Ελλάδα : αναμέτρηση μετά τη νίκη του Σύριζα

Print
18 του Φλεβάρη 2015

« Lutte de classe » n° 166 - 18 του Φλεβάρη 2015

* * * * * * * * * * *

Το παρόν άρθρο γράφτηκε στις 18 του Φλεβάρη, δύο μέρες δηλαδή πριν τη σύσκεψη του Εurogroup, κατά την οποία η αντιπροσωπεία της ελληνικής κυβέρνησης δέχτηκε ουσιαστικά τους όρους που της έθεσαν οι υπουργοί οικονομίας της Ευρωζώνης. Αυτή η αποδοχή των όρων δίνει εν μέρει κάποιες απαντήσεις στα ερωτήματα τα οποία τίθενται μέσα στο άρθρο σχετικά με την ικανότητα της κυβέρνησης Τσίπρα να αντισταθεί στην πίεση που δέχεται από τις μεγάλες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις .

Απεναντίας, αγνοούμε τελείως το πώς ο Τσίπρας θα τοποθετηθεί απέναντι στους ψηφοφόρους που προέρχονται από τα λαϊκότερα στρώματα, και χάρις των οποίων ανήλθε στην εξουσία, καθώς δεν γνωρίζουμε την αντίδρασή τους. Άραγε αυτή η μερίδα του εκλογικού σώματος θα δεχτεί τα πισωγυρίσματα του Τσίπρα ; Σε τι έγκεινται ακριβώς αυτά τα πίσω-μπρος και μέχρι ποιο σημείο αφορούν τις υποσχέσεις που δόθηκαν στους εργαζόμενους κατά της διάρκεια της προεκλογικής καμπάνιας ; Οι επόμενες μέρες θα δείξουν. Η πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα θα εξαρτηθεί από αυτές ακριβώς τις αντιδράσεις των λαϊκών τάξεων. Εξέγερση ή καρτερική αποδοχή; Διάθεση για αντίσταση ενώπιων των ευρωπαϊκών θεσμών ή αποθάρρυνση ; Συμπεριλαμβανομένης της πιθανότητας ενίσχυσης του φασίζοντος κόμματος της Χρυσής Αυγής, το οποίο θα μπορούσε να αδράξει της ευκαιρίας.

21 Φεβρουαρίου 2015

* * * * * * * * * * *

Με τη νίκη του Σύριζα στις βουλευτικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, για πρώτη φορά μετά την αρχή της οικονομικής κρίσης του 2008, η λαϊκή δυσαρέσκεια ενός ευρωπαϊκού κράτους εκφράζεται με στροφή προς την αριστερά στο εκλογικό πεδίο.

Ο Σύριζα είναι μία συμμαχία 10 αριστερών και ακροαριστερών συνιστώσων που συγκροτήθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 2000 με ουσιαστικά εκλογικούς σκοπούς. Αυτές οι συνιστώσες προέρχονται στην πλειοψηφία τους από μια διάσπαση του ΚΚΕ η οποία συγκέντρωνε τους « ευρωκομουνιστές », δηλαδή όσους ήθελαν να αποκηρύξουν την κυριαρχία της Μόσχας και να γειτνιάσουν με το σοσιαλδημοκρατικό χώρο. Ο παρών αρχηγός του Σύριζα ξεκίνησε να στρατεύεται ως μέλος της Κομουνιστικής Νεολαίας.

Στις βουλευτικές εκλογές του 2009 το κόμμα του Σύριζα δεν είχε συγκεντρώσει παρά το 4,6% των ψήφων. Το ΠΑΣΟΚ είχε επικρατήσει με περισσότερο από 44%. Ο τότε αρχηγός του, Γιώργος Παπανδρέου, είχε εκφράσει τη θέλησή του για αλλαγή, αλλά λίγο μετά από την άνοδό του στην εξουσία, η Ελλάδα μπαίνει στην ταραχώδη εποχή της κρίσης του χρέους. Ο Παπανδρέου λοιπόν γυρίσε την πλάτη σε όλες τις προεκλογικές υποσχέσεις του και υποκύψε στις επιβολές των ευρωπαϊκών ιθυνόντων που επέβαλαν στην Ελλάδα δραστικά οικονομικά μέτρα με αντάλλαγμα τη « βοήθειά » τους. Ανυπόληπτο, το Πασόκ αναγκάστηκε να δώσει τη θέση του στην κορυφή της κυβέρνησης στη δεξιά, η οποία ακολούθησε την ίδια πολιτική με τη στήριξη των σοσιαλιστών, πάντοτε στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους. Σήμερα, αυτά τα πολιτικά κόμματα απορρίφθηκαν από ένα αυξάνοντα τμήμα του πληθυσμού.

Η Νέα Δημοκρατία, το ισχυρότερο δεξιό κόμμα του οποίου αρχηγός είναι ο τέως πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς, κατάφερε να περιορίσει την υποχώρησή του σε σχέση με τις προηγούμενες βουλευτικές εκλογές, σημειώνοντας πτώση μόνο 2 μονάδων και συγκεντρώνοντας λίγο περισσότερο από το 27% των ψήφων. Αντιθέτως, το ΠΑΣΟΚ κατέρρευσε περνώντας από 12 σε ποσοστό 4,6%. Τα λαϊκά στρώματα του εκλογικού σώματος το απέρριψαν μαζικά. Με 36% των ψήφων είτε με 2,2 εκατομμύρια ψηφοφόρους, ο Σύριζα προπορεύτηκε ξεκάθαρα όλων των άλλων κομμάτων. Οι υποψήφιοί του πέρασαν πρώτοι στις εκλογικές περιφέρειες που άλλοτε αποτελούσαν προπύργια του ΠΑΣΟΚ.

Μία ψήφος ενάντια στη λιτότητα

Ο Σύριζα διεξήγαγε καμπάνια ενάντια στα μέτρα λιτότητας, στις ιδιωτικοποιήσεις και στην « ανθρωπιστική κρίση » στην οποία υποβλήθηκε ο ελληνικός πληθυσμός.

Αυτή η μικρή χώρα των 11 εκατομμυρίων κατοίκων ρημάχτηκε ολοσχερώς από την κρίση η οποία και την έφερε πολλά χρόνια πίσω. Σύμφωνα με τις στατιστικές της ελληνικής ομοσπονδίας επαγγελματιών βιοτεχνών και εμπόρων που δημοσιεύτηκαν το Δεκέμβριο του 2014, μία επιχείρηση στις 4 είχε κλείσει, δηλαδή σε σύνολο 230.000 επιχειρήσεις, γεγονός που επέφερε 750.000 απολύσεις. Σύμφωνα με τους επίσημους αριθμούς, ο δείκτης της ανεργίας ξεπερνά το ένα τέταρτο του ενεργού πληθυσμού, με 15% των οικογενειών να βρίσκονται με όλα τα μέλη τους άνεργα. Στους 1,4 εκατομμύρια επίσημα εγγεγραμμένους ανέργους το Δεκέμβριο του 2014, μόνο οι 110.000 λαμβάνουν το επίδομα ανεργίας, η οποία ανέρχεται κατά μέσο όρο στα 350 ευρώ για μία περίοδο μεταξύ πέντε έως δώδεκα μηνών. Περισσότεροι από τους μισούς είναι άνεργοι πάνω από δύο χρόνια και δεν αγγίζουν πλέον κανένα επίδομα. Με τη λήξη των δικαιωμάτων τους ως άνεργοι χάνουν ταυτόχρονα και κάθε κοινωνική κάλυψη. Σύμφωνα με τους Γιατρούς Του Κόσμου, το ένα τρίτο των Ελλήνων βρίσκεται σε αυτή την κατάσταση και συνεχώς ολοένα και περισσότεροι αναγκάζονται να στραφούν στα κέντρα αυτής μη κυβερνητικής οργάνωσης για να επωφεληθούν από τις βασικές παροχές περίθαλψης. Επειδή όμως τα νοσοκομεία αντιμετωπίζουν τρομακτική έλλειψη μέσων και προσωπικού, βρίσκονται όλο και περισσότερο σε αδυναμία να τους εξασφαλίσουν.

Το Φεβρουάριο του 2012, η κυβέρνηση μείωσε τον κατώτατο μισθό κατά 22% και ακόμη κατά 32% για όσους είναι κάτω των 25 ετών. Σύμφωνα με το κύριο ασφαλιστικό ταμείο, το ΙΚΑ, ανάμεσα στο 2009 και στο 2013 ο μέσος μηνιαίος μισθός στον ιδιωτικό τομέα πέρασε από τα 1014 στα 817 ευρώ, πράγμα που σημαίνει μείωση της τάξης του 20 %. Μία εισήγηση του Ελληνικού Στατιστικού Ινστιτούτου το Σεπτέμβρη του 2014, επιβεβαίωνε ότι οι μισθοί μειώθηκαν κατά το ένα τέταρτο μέσα σε τέσσερα χρόνια. 800.000 μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα, δηλαδή το 57% του συνόλου των εργαζομένων, πληρώνονται με καθυστέρηση τριών έως δεκαπέντε μηνών. Η απορρύθμιση της αγοράς εργασίας προκάλεσε μία άνθιση της επισφαλούς εργασίας με πολλούς εργαζόμενους αδήλωτους.

Μια μελέτη της κοινοβουλευτικής επιτροπής οικονομικών και προϋπολογισμού αναζητώντας να εδραιώσει τον αριθμό των ατόμων που ζουν στο όριο της φτώχειας ή υπό την « απειλή » της, έφτασε στον αριθμό των 6 εκατομμυρίων, που είναι κάτι περισσότερο από το μισό ελληνικό πληθυσμό. Κατά το μεσολαβητή για τα παιδιά, το 40% αυτών βρίσκονται σε ένδεια ή απειλούνται άμεσα από αυτήν. Στην Αθήνα, σχεδόν τα μισά νοικοκυριά δεν θα έχουν θέρμανση αυτό το χειμώνα ελλείψει οικονομικών μέσων. Πράγματι λοιπόν, μπορούμε να κάνουμε λόγο για μια κοινωνική και ανθρωπιστική καταστροφή!

Αυτήν ακριβώς την κατάσταση κατήγγειλε ο Σύριζα κατά τη διάρκεια της καμπάνιας του. Εξαγγέλλοντας το αντίθετο κάποιων ληφθέντων από την κυβέρνηση της δεξιάς μέτρων λιτότητας, υποσχέθηκε μεταξύ άλλων να επαναφέρει τον κατώτατο μισθό στο προηγούμενο του επίπεδο, να αυξήσει τις συντάξεις και να επαναπροσλάβει κάποιες κατηγορίες υπαλλήλων που είχαν απολυθεί πρόσφατα. Οι λαϊκές τάξεις, ψηφίζοντας μαζικά υπέρ του Σύριζα, είπαν ότι δεν άντεχαν άλλο και εξέφρασαν την απόρριψη τους προς τις πολιτικές της λιτότητας. Αρνήθηκαν να υποκύψουν στον εκβιασμό που τους έκαναν οι περισσότεροι ιθύνοντες των ευρωπαϊκών κρατών και θεσμών, οι οποίοι προμήνυαν χάος σε περίπτωση νίκης του Σύριζα. Χάος και κατάρρευση του οικονομικού συστήματο ανίκανου να εγγυηθεί το ελάχιστο όριο διαβίωσης, την παροχή φροντίδων, τη στέγαση, ό,τι δηλαδή έζησαν οι εργαζόμενοι και τα φτωχότερα λαϊκά στρώματα τα τελευταία έξι χρόνια.

Το ελληνικό χρέος φτιάχτηκε από τις τράπεζες, ξαναγοράστηκε από τα κράτη... και πληρώθηκε από τον πληθυσμό.

Συνειδητά ή όχι, οι λαϊκές τάξεις ξεκίνησαν μία αναμέτρηση αναδεικνύοντας το Σύριζα στην εξουσία. Κάθε πολιτική λιτότητας πηγάζει από τη θέληση της αστικής τάξης να χρεώσει την κρίση στους εργαζομένους. Η αστική τάξη δεν θα υποχωρήσει εάν δεν υποχρεωθεί. Γι αυτό τόσο στην Ελλάδα όσο κι αλλού, μία ψήφος δεν αρκεί.

Αυτή η αναμέτρηση ξεκίνησε με τους ιθύνοντες της Ε.Ε πάνω στο θέμα του χρέους. Τις μέρες που ακολούθησαν της εκλογικής τους νίκης, ο Τσίπρας και ο υπουργός οικονομικών του, Γιάννης Βαρουφάκης, άρχισαν ένα τουρ στις ευρωπαϊκές πρωτεύουσες. Μπόρεσαν έτσι να διαπιστώσουν ότι δεν είχαν να περιμένουν κανένα δώρο εκ μέρους των ευρωπαϊκών ιθυνόντων. Κάποιοι έδειξαν πιο φιλικοί από άλλους. Ο Ολλάντ υποδέχτηκε τον Τσίπρα διαβεβαιώνοντάς τον ότι έπρεπε να σεβαστεί « τη ψήφο του ελληνικού λαού η οποία ήταν ξεκάθαρη και ισχυρή και σήμανε ότι η λιτότητα ως μόνη προοπτική δεν ήταν πλέον ανεκτή ». Αλλά τελείωσε με «το σεβασμό απέναντι στις δεσμεύσεις που πάρθηκαν σχετικά με τα χρέη των Kρατών ».

Το ελληνικό χρέος ανέρχεται συνολικά στα 320 δισεκατομμύρια ευρώ με τα κράτη και κυρίως τους δημόσιους ευρωπαϊκούς θεσμούς να κατέχουν το 80%. Τα πρώτα διαθέτουν στην κατοχή τους 52 δις ευρώ στο πλαίσιο διμερών δανείων ενώ ο Ευρωπαϊκός Μηχανισμός Σταθερότητας (ΕΜΣ) που θεσπίστηκε μετά την κρίση του ευρώ κατέχει πάνω από 141 δις ευρώ. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) αφού συμφώνησε να συμμετάσχει στην επίλυση της κρίσης του ελληνικού χρέους έχει κι αυτό στην κατοχή του τίτλους των οποίων η αξία ανέρχεται στα 35 δις ευρώ.

Αλλά οι γαλλικές και γερμανικές τράπεζες κατείχαν κατεξοχήν τους τίτλους αυτού του χρέους. Το ελληνικό χρέος υπήρξε πηγή πλουτισμού για όλες αυτές τις τράπεζες και τους χρηματιστικούς θεσμούς επί πολλά έτη. Μετά το 2007 και την κρίση των subprimes, οι τράπεζες πλημμύρισαν με ρευστότητα από τα κράτη που « άνοιξαν τις βάνες » για να αποφύγουν την κατάρρευση του χρηματικού συστήματος. Στη συνέχεια δάνεισαν όλα τα κράτη που βρίσκονταν σε ανάγκη χρηματοδότησης και κυρίως αυτά της ευρωζώνης. Ακόμη και τα πιο εύθραυστα κράτη παρουσιάζονταν σαν σίγουρες επενδύσεις καθώς ήταν υποχρεωμένα εν τέλει να επωφεληθούν από την προστασία των πλουσιότερων κρατών.

Το 2009, οι αγορές άρχιζαν να αμφιβάλλουν για την ικανότητα του ελληνικού κράτους να εξοφλήσει τα χρέη του μπροστά στη δυσκολίες που αυτό αντιμετώπιζε. Για να χρηματοδοτηθεί έπρεπε να δανειστεί με επιτόκια ολοένα και υψηλότερα που άγγιζαν το 20%, ενώ λίγο καιρό πριν βρίσκονταν στο 4%. Οι τράπεζες δάνειζαν χρήματα με τοκογλυφικά επιτόκια τα οποία οι ίδιες δανείζονταν με μηδενικές τιμές από την κεντρική ευρωπαϊκή τράπεζα (ΕΚΤ). Μία πραγματική ευκαιρία... που όμως δεν μπορούσε να διαρκέσει για πάντα, καθώς το ελληνικό κράτος βρέθηκε γρήγορα σε αδυναμία πληρωμής. Αυτό το ρίσκο υποχρέωσε τους ιθύνοντες της Ευρωπαϊκής Ένωσης(ΕΕ) να επέμβουν για να δανείσουν τα χρήματα που οι αγορές αρνούνταν στην Ελλάδα. Με αυτό το γεγονός δεν « έσωζαν » την Ελλάδα αλλά τους τραπεζίτες τους, που είχαν επενδύσει σημαντικά ποσά στη χώρα αυτή. Τελικά τον Οκτώβριο του 2011, οι αρχηγοί των κρατών της ζώνης του ευρώ αποφάσισαν να ξαναφτιάξουν το ιδιωτικό χρέος της Ελλάδας και να ξαναπάρουν το μεγαλύτερο μέρος για λογαριασμό τους.

Σε αυτή την επιχείρηση, οι ιδιωτικοί πιστωτές έπρεπε να αποδεχτούν ένα σκόντο της τάξεως του 50 με 70% πάνω στα κρατικά ομόλογα που κατείχαν. Μία άλλη καλή ευκαιρία καθώς αυτοί οι τίτλοι ήταν ακόμη περισσότερο υποτιμημένοι στις αγορές. Έτσι λοιπόν το φορτίο του ελληνικού ιδιωτικού χρέους μεταφέρθηκε στα κράτη και οι ευρωπαίοι φορολογούμενοι προσκλήθηκαν να πληρώσουν για να σώσουν τα κέρδη των τραπεζών.

Οι ιθύνοντες κύκλοι της Ευρωπαϊκής Ένωσης επέβαλαν ανταλλάγματα για τη « βοήθεια » προς την Ελλάδα. Τα δύο σχέδια σωτηρίας του 2010 και του 2012 συνοδεύονταν από « μνημόνια », κείμενα που εξηγούσαν με λεπτομέρεια τα μέτρα που προορίζονταν να χρεώσουν στον ελληνικό πληθυσμό. Η ευρωπαϊκή χρηματοδότηση δίνονταν σε δόσεις και κάθε πληρωμή εξαρτιόταν από την πρόοδο της εφαρμογής των μνημονίων, την οποία εκτιμούσαν κάθε 3 μήνες οι ειδήμονες της τρόικα, ένα τρίο που αποτελούταν από έναν εκπρόσωπο του της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, έναν της Κεντρικής Ευρωπαϊκής Τράπεζας και άλλον έναν του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Οι αντιπρόσωποι της Τρόικας απαιτούσαν με λύσσα περισσότερη λιτότητα χωρίς να νοιάζονται για τις συνέπειες. Έμοιαζαν με τους γιατρούς του Μολιέρου οι οποίοι πιο συχνά σκότωναν τον ασθενή τους απ'το να τον θεραπεύουν. Η Ελλάδα μπήκε σε ύφεση, το ΑΕΠ υποχώρησε κατά 25% σε σχέση με το 2008. Η Ελλάδα αναγκάστηκε να δανειστεί όλο και περισσότερα για να εξοφλήσει το χρέος. Ο φαύλος κύκλος δεν είχε τέλος : στις αρχές του 2009, το χρέος εκπροσωπούσε το 113% του ΑΕΠ, ενώ το 2015 πάνω απ' το 176%. Η Ελλάδα έπεσε θύμα παρασιτισμού του χρηματικού κεφαλαίου που της ρουφάει το αίμα μέχρι να την οδηγήσει σχεδόν σε θάνατο.

Μία καμπάνια ξεκίνησε σε πολλές χώρες της Ευρώπης σχετικά με το κόστος που θα αντιπροσώπευε η διαγραφή του ελληνικού χρέους για τους φορολογούμενους. Στη Γαλλία, κάποιοι « εμπειρογνώμονες » το υπολόγισαν σε 600 ευρώ και άλλοι σε 1 000 ανά κάτοικο. Αυτοί που κάνουν λόγο για τέτοιους υπολογισμούς είναι οι ίδιοι που δικαιολογούν τις θυσίες που επιβάλλονται στους Γάλλους, Ισπανούς και άλλους ευρωπαίους εργαζομένους πάντοτε στο όνομα της αποπληρωμής του χρέους. Αλλά πουθενά, ούτε στην Ελλάδα ούτε αλλού, δεν είναι οι εργαζόμενοι υπεύθυνοι αυτών των χρεών. Και δεν είναι αυτοί που πρέπει να πληρώσουν! Οι Έλληνες εργαζόμενοι επιβεβαίωσαν με τη ψήφο τους ότι δεν μπορούν πλέον να αντέξουν αυτήν την κατάσταση.

Ποιοι είναι οι σκοποί του Σύριζα;

Ο Τσίπρας και ο Σύριζα δεν κατηγόρησαν ποτέ τον καπιταλιστικό σύστημα. Δεν αποβλέπουν στο να το καταπολεμήσουν και ακόμη λιγότερο να το ανατρέψουν. Τοποθετούνται ολότελα μέσα στο χώρο της αστικής τάξης. Μολοταύτα, δεν αποτελούν μέρος του πολιτικού προσωπικού με το οποίο η ελληνική αστική τάξη είναι υλικά και ανθρώπινα συνδεδεμένη. Έστω και μόνο για αυτό, η ιμπεριαλιστική όπως και η υψηλή ελληνική αστική τάξη τους κοιτάζουν με δυσπιστία. Η ελληνική μπουρζουαζία το απέδειξε χρησιμοποιώντας τα χρήματά της σαν ψηφοδέλτιο, αποσύροντας πάνω από 20 δις ευρώ απ' τις ελληνικές τράπεζες, για να τα μεταφέρει στο εξωτερικό.

Η αυθεντικότητα της ομάδας Τσίπρα σε σχέση με τους προκατόχους της, είναι ότι ανήγγειλε εκ των προτέρων ότι δεν δέχεται να γονατίσει μπροστά στην τρόικα, η οποία έγινε το σύμβολο της λιτότητας. Αλλά πίσω από το σύμβολο αυτό υπάρχει η πραγματικότητα των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων της Ευρώπης που κυριαρχούν την Ε.Ε και των οποίων οι τράπεζες έδεσαν χειροπόδαρα την Ελλάδα με το χρέος και την υποχρέωση να πληρώσει τόκους. Το ελληνικό κράτος πήρε διαταγή να παίξει το ρόλο του κλητήρα των διεθνών θεσμών της αστικής τάξης ενώπιον του λαού του.

Ο Τσίπρας θέλησε να ενσαρκώσει μια πολιτική άρνησης αυτής της επιταγής ή τουλάχιστον ελάφρυνσής της.

Η ιστορία του ιμπεριαλιστικού καπιταλισμού είναι γεμάτη από τέτοιες συγκρούσεις που αντιπαραβάλλουν κάποια μη ιμπεριαλιστικά ή υποανάπτυκτα κράτη στον ιμπεριαλισμό και στο νόμο της ζούγκλας, έτσι ώστε να αποκτήσουν μια θέση στον ήλιο ή απλώς για να επιβιώσουν. Ακόμη και μέσα στη ζούγκλα οι λείες των σαρκοβόρων προσπαθούν να δραπετεύσουν ή άλλοτε να υπερασπισθούν όταν δέχονται επίθεση... Ο ιμπεριαλισμός είναι ο νόμος της ζούγκλας και θα παραμείνει έτσι μέχρι την εξόντωση του, δηλαδή μέχρι το τέλος του καπιταλισμού. Μέσα σ' αυτή τη ζούγκλα, ο ιμπεριαλισμός παραμένει ο κλειδούχος του πεπρωμένου των υποαναπτυκτών καθώς και επίσης των καπιταλιστικών ημιανάπτυκτων χωρών. Αυτές οι χώρες δεν έχουν παρά να δεχθούν την ιδιοποίηση της οικονομίας τους από τις τραστ και τις τράπεζες των ιμπεριαλιστικών χωρών, τη λεηλασία των πόρων τους και το γεγονός ότι οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις ποδοπατούν την κρατική τους κυριαρχία. Η αποικιακή καταπίεση μπορεί να αντικαταστάθηκε σήμερα από πιο φίνες μορφές κυριαρχίας αλλά μένουν το ίδιο άγριες. Ο ρόλος που ο ιμπεριαλισμός ανέθεσε στους ιθύνοντες κύκλους αυτών των χωρών είναι εκείνος του ανδρείκελου, του οποίου το καθήκον περιορίζεται στο να χρωματίσει τοπικά τις αποφάσεις που έχουν ήδη παρθεί αλλού.

Τα καθεστώτα των μη ιμπεριαλιστικών χωρών που δέχονται αυτό το ρόλο είναι αναρίθμητα και αρέσκονται στο γεγονός ότι ο ιμπεριαλισμός τους αφήνει όλα τα μέσα να πλουτίζουν εις βάρος του λαού τους.

Αλλά δεν είναι ο μόνος κανόνας. Υπάρχουν και κάποια καθεστώτα τα οποία, χωρίς να έχουν τη φιλοδοξία να ανατρέψουν τον ιμπεριαλισμό και τους νόμους του, προσπαθούν να τον αποφύγουν έτσι ώστε να μην πέσουν θύματά του.

Μερικές φτωχές χώρες, όπως η Κίνα του Μάο, η Κούβα του Κάστρο ή το Βιετνάμ του Χο Τσι Μυν, που ανέβηκαν στην εξουσία από ισχυρά κινήματα εθνικής απελευθέρωσης ή από αγροτικές εξεγέρσεις, κατάφεραν να διαφύγουν της άμεσης κυριαρχίας του ιμπεριαλισμού. Αλλά πέρα από τις παραπάνω περιπτώσεις, ορισμένα καθεστώτα υπό ή ημιανάπτυκτων χωρών (απ' το Μεξικό του Λάζαρο Καρντένας τη δεκαετία του ΄30, τη Βενεζουέλα του Τσάβας έως την Αίγυπτο του Νάσσερ) απέδειξαν, ήδη στο παρελθόν, ότι διαθέτουν μια λίγο-πολύ μεγάλη και διαρκή ικανότητα να εναντιώνονται στην πίεση του ιμπεριαλισμού.

Βεβαίως και δεν θέλουμε να εξισώσουμε καταστάσεις τόσο διαφορετικές μεταξύ τους. Κάποια από αυτά τα καθεστώτα ανήλθαν στην εξουσία από λίγο πολύ δημοκρατικές εκλογικές διαδικασίες και άλλα από στρατιωτικά πραξικοπήματα. Κάποια υπήρξαν πατερναλιστικά αντίκρυ στις εκμεταλλευόμενες τάξεις και ήταν ικανά να λάβουν μέτρα υπέρ της βελτίωσης του επιπέδου ζωής τους, στηριζόμενοι επιπλέον σε ρεφορμιστικές εργατικές οργανώσεις. Και τέλος, άλλα αποτέλεσαν άγριες δικτατορίες ενώπιον του λαού τους, έχοντας βλέψεις προς ένα καθεστώς εθνικής κυριαρχίας.

Το γεγονός ότι η Ελλάδα εισήλθε στην Ε.Ε και στην ευρωζώνη δεν πρέπει να αποκρύψει ότι αυτή η ένταξη δεν έβαλε τέλος στις σχέσεις του τύπου ιμπεριαλιστική/ημιανάπτυκτη χώρα στο εσωτερικό των συνόρων τους. Η Ε.Ε παραμένει μια συγκυριαρχία ιμπεριαλισμών, πάνω απ' όλα γερμανική, γαλλική και βρετανική, υποτάσσοντας το ανατολικό κομμάτι της Ευρώπης, δηλαδή τη ζώνη των παλιών λαϊκών δημοκρατιών έως την Κύπρο και την Ελλάδα στους νόμους της.

Δεν μπορούμε να προβλέψουμε μέχρι ποιο σημείο ο Τσίπρας θέλει ή μπορεί να φτάσει για να κάνει σεβαστή την κυριαρχία του κράτους του. Πόσο μάλλον, μέχρι πού είναι έτοιμος να πάει ενάντια στην πίεση των ληστών του μεγάλου κεφαλαίου για να υπερασπίσει τα ευνοϊκά μέτρα που είχε τάξει στον φτωχό πληθυσμό του. Προς στιγμήν, αντιμέτωπος με τη συμμαχία των υπουργών οικονομίας, το κύριο επιχείρημα του Βαρουφάκη, του Έλληνα υπουργού Οικονομικών, ήταν, ουσιαστικά, να διαβεβαιώσει ότι η ευρωζώνη αποτελεί ένα οχυρό από κάρτες και ότι αν κάποιος ήθελε να αποσύρει αυτήν της Ελλάδας, έπαιρνε το ρίσκο της κατάρρευσης όλου του οικοδομήματος.

Πράγματι, η κύρια, εάν όχι και η μόνη αιτία που θα μπορούσε να κάνει τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς της αστικής ιμπεριαλιστικής τάξης να υποκινήσουν με μετριοπάθεια θα ήταν μια αδυναμία της Ελλάδας να αποπληρώσει το χρέος και τα επιτόκιά της. Κάτι παρόμοιο διακινδυνεύει να προκαλέσει ανεξέλεγκτα κερδοσκοπικά κινήματα, τα οποία δεν θα σταματήσουν στα σύνορα αυτής της χώρας και διακυβεύουν να επαναλάβουν μία ίσως χειρότερη κρίση του ευρώ από εκείνη του 2010-2011.

Ο Σύριζα και η ελληνική μπουρζουαζία

Πριν από την άφιξή τους στην εξουσία, οι ιθύνοντες του Σύριζα διακήρυτταν τη θέλησή τους να επιτεθούν στην «ελληνική ολιγαρχία», ορίζοντας έτσι την προνομιούχα μειοψηφία η οποία και ελέγχει τις περισσότερες μεγάλες επιχειρήσεις της χώρας και ήξερε να επωφελείται της κρίσης προκειμένου να συνεχίσει να ευδοκιμεί. Οι Λάτσηδες θεωρούνται η πρώτη περιουσία της Ελλάδας η οποία υπολογίζεται σε 3 δις ευρώ. Αυτή η πλούσια οικογένεια εφοπλιστών ήξερε πάντα να διαφοροποιεί τις επενδύσεις της. Επομένως, ο Σπύρος Λάτσης ελέγχει την πιο μεγάλη επιχείρηση διυλιστηρίων της Ελλάδας, τη Λάμδα Development, η οποία μόλις αγόρασε εν μέρει την τοποθεσία του παλιού αεροδρομίου του Ελληνικού, στα νότια της Αθήνας, για να το μετατρέψει σε ένα μεγάλο κέντρο αναψυχής και τουρισμού με ανοικοδόμηση ξενοδοχειακών μονάδων, πολυτελών κτηρίων και ενός καζίνο... Είναι επίσης μέτοχος της τράπεζας της EFG Eurobank, μιας απ' τις 4 τραπεζικές επιχειρήσεις που ελέγχουν σήμερα το 90% της αγοράς, αφού απορρόφησαν τις ανταγωνίστριές τους που έπεσαν θύματα της κρίσης. Αυτές οι μεγαλο-τραπεζικές επιχειρήσεις οι οποίες ανακεφαλαιοποιήθηκαν χάρις σε δεκάδες δις ευρώ που τους κατέθεσαν ευρωπαϊκά κεφάλαια δεν έχουν κανένα λόγο να παραπονιούνται για την Τρόικα.

Απ' τις πρώτες του εκλογικές επιτυχίες, ωστόσο, ο Σύριζα θέλησε να φανεί ότι αποτελεί μια αξιόπιστη εναλλακτική και ένα κόμμα έτοιμο να κυβερνήσει. Σταμάτησε να διεκδικεί τη διαγραφή του χρέους. Στο προεκλογικό του πρόγραμμα το οποίο και δημοσιοποίησε στην έκθεση της Θεσσαλονίκης, το Σεπτέμβρη του 14 - εξ' ου και το όνομα « πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης » που του έμεινε - ο Σύριζα περιορίζεται στο να ζητήσει το ψαλίδισμα του χρέους έτσι ώστε να κάνει το χρέος«βιώσιμο».

Μέσα σ' αυτό το κείμενο, γίνεται λόγος για « αναδιάρθρωση της οικονομίας », για « επιστροφή στην πλήρη απασχόληση » χρησιμοποιώντας ως μέσο τις δημόσιες επενδύσεις. Στην ουσία, κανένα απ' όλα αυτά τα μέτρα δεν αποτελεί ένδειξη κάποιου μεγάλου ριζοσπαστισμού. Παρομοίως, ο Τσίπρας δεν κριτικάρει παραπάνω τους θεσμούς της Ε.Ε. Συχνά, αρκείται να ασκεί κριτική στην κυριαρχία της Γερμανίας, « Ευρώπη της Μέρκελ», ορίζοντάς την ως υπεύθυνη της λιτότητας την οποία και υφίστανται οι λαοί της Ευρώπης. Τα αντιγερμανικά συναισθήματα διαδίδονται μέσα σε μια χώρα η οποία είχε πληρώσει ακριβά με το κόστος ανθρώπινων ζωών, κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής στο Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο. Ο Σύριζα, έτσι, ορίζει τον αγώνα του στον εθνικιστικό χώρο και τίθεται υπέρμαχος της εθνικής ανεξαρτησίας της Ελλάδας.

Ακριβώς αυτό το στοιχείο του επέτρεψε να δικαιολογήσει τη συμμαχία του με το κόμμα των Ανεξάρτητων Ελλήνων, ανοιχτά ξενοφοβικό, αντισημιτικό και ομοφοβικό, του οποίου και ο αρχηγός κατέχει τη θέση του Υπουργού Άμυνας στην κυβέρνηση Τσίπρα.

Αυτό δείχνει ότι δεν είναι τόσο πρόθυμος να γίνει αρχιμάστορας των επιθυμιών των μεγάλων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων εναντίον του λαού του. Γι' αυτό το λόγο, οι επαναστάτες δεν μπορούν παρά να είναι αλληλέγγυοι με τον Τσίπρα, όταν αρνείται να υπακούσει προκειμένου να δώσει πιο πολλά χρήματα στην υγεία και στη στέγαση.

Ο Τσίπρας ανακοίνωσε ότι ήθελε να «βγει» απ' το τρεχούμενο σχέδιο βοηθείας, παραιτούμενος και απ' την κατάθεση της τελευταίας δόσης των 7 δις ευρώ που ήταν προγραμματισμένη να λάβει χώρα στο τέλος του Φεβρουαρίου. Επιθυμώντας να βρει περιθώρια κινήσεων στις αποφάσεις του, θέλει να επαναδιαπραγματευθεί ένα νέο σχέδιο βοήθειας και να ξεφορτωθεί το αντίτιμο που είχε επιβληθεί στις προηγούμενες κυβερνήσεις, οι οποίες ήταν υποχρεωμένες να ακολουθούν μια δραστική πολιτική προϋπολογιστικών μειώσεων και ιδιωτικοποιήσεων.

Μπαίνοντας σε μια αντιπαράθεση με τις ιμπεριαλιστικές αστικές τάξεις που κυριαρχούν την Ε.Ε, ο Τσίπρας αναζητά να βρει συμβιβαστικές λύσεις. Όσον αφορά, για παράδειγμα, στις ιδιωτικοποιήσεις, ανακοίνωσε ότι θα ακύρωνε το σχέδιο πώλησης των δημόσιων επιχειρήσεων. Ο διευθυντής του ΤΑΙΠΕΔ, της ελληνικής εταιρίας ιδιωτικοποιήσεων, απολύθηκε. Εν τούτοις, ο Υπουργός Οικονομικών, Γιάννης Βαρουφάκης, πολλαπλασίασε ταυτόχρονα τις δηλώσεις για να καθησυχάσει τους επενδυτές, επιβεβαιώνοντας τους « ότι δεν θα είναι φρόνιμο να ξαναγυρίσουν σε ιδιωτικοποιήσεις που έχουν ήδη κλείσει. » Σε μια συνέντευξή του στην εφημερίδα Le Monde, παίρνοντας για παράδειγμα το λιμάνι του Πειραιά το οποίο έχει παραχωρηθεί μερικώς στον κινέζικο όμιλο Cosco, o Bαρουφάκης δήλωσε ότι « οι επενδυτές » αυτού « είναι πολύ θετικοί για την Ελλάδα. » Ο ίδιος τελειώνει τη συνέντευξη με ένα κάλεσμα στους ξένους επενδυτές, για να τους διαβεβαιώσει ότι θα βρουν « ανοιχτά μυαλά ».

Ο Tσίπρας δεν ζητά τον ουρανό με τ' άστρα. Δεν θέλει να ζημιώσει τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα. Στο παρελθόν, πολλές χώρες επωφελήθηκαν μιας μείωσης, είτε μιας διαγραφής του χρέους τους, από τη στιγμή που γινόταν ξεκάθαρο ότι η εξόφλησή του είναι αδύνατη.

Στο κάτω κάτω, δεν υπάρχει λόγος να σκοτώσει ο τοκογλύφος τον οφειλέτη. Πρέπει να τον αφήσει εν ζωή έτσι ώστε να μπορεί να συνεχίσει να πληρώνει...

Οι Ευρωπαίοι ιθύνοντες μπορούν άνετα να δεχτούν να μη χρησιμοποιήσουν τον όρο Τρόικα ή Μνημόνιο. Όμως, δεν θέλουν να δώσουν την εντύπωση ότι ο Τσίπρας τους ανάγκασε να κάνουν πίσω. Δεν επιθυμούν να μπορέσουν κι άλλοι, μετά τον Τσίπρα, να αμφισβητήσουν την αποπληρωμή των χρεών τους και κυρίως να πιστέψουν οι λαοί ότι αυτή η αμφισβήτηση μπορεί να είναι νικηφόρα.

Γι' αυτό το λόγο, η Ευρωπαϊκή Τράπεζα άρχισε με το κλείσιμο μιας στρόφιγγας παροχής χρηματοδότησης των ελληνικών τραπεζών. Αυτές, έτσι, δεν θα μπορούν να υπολογίσουν στα δάνεια της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας για να αγοράσουν το ελληνικό χρέος και να χρηματοδοτήσουν το ελληνικό κράτος.Ο σκοπός αυτής της απόφασης δεν είναι η πτώχευση των τραπεζών καθώς εκείνες μπορούν ακόμη να χρηματοδοτούνται απ' την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα φυσικά με υψηλότερα επιτόκια. Η Ευρωπαϊκή Τράπεζα στόχευε να ασκήσει πίεση στην κυβέρνηση Τσίπρα μειώνοντας τις πιθανότητες χρηματοδότησης.

Οι ιθύνοντες της Ε.Ε δεν θέλουν να σπρώξουν την Ελλάδα να εγκαταλείψει την ευρωζώνη. Οι συνέπειες θα μπορούσαν να είναι πολύ σοβαρές για τη σταθερότητα του συνόλου της κοινοτικής οικοδόμησης την οποία οι ευρωπαϊκές αστικές τάξεις έχουν ανάγκη. Η ελληνική άρχουσα τάξη έχει συνείδηση αυτού του ατού.

Οι εκπρόσωποι της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης φαίνονται προσεκτικοί. Ξέρουν ότι δεν ελέγχουν τις αντιδράσεις της τάξης τους και κυρίως τις κινήσεις αυτών που κερδοσκοπούν στις χρηματιστικές αγορές, ικανοί να επιδείξουν πλήρη ανευθυνότητα. Πολλές κινήσεις και δηλώσεις των ευρωπαϊκών υπευθύνων προορίζονται να τους « καθησυχάσουν » και προς στιγμήν, είναι ήσυχοι. Τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια, τα οποία είχαν το χρόνο να προετοιμαστούν για τη νίκη του Σύριζα, δεν έδειξαν να συγκινούνται όταν αυτή πραγματοποιήθηκε. Και για την ώρα, οι τρέχουσες διαπραγματεύσεις δεν τους ανησυχούν περισσότερο. Μέχρι και το χρηματιστήριο Αθηνών δεν γνώρισε παρά μια ή δύο ταραγμένες ημέρες. Αλλά τίποτα δεν μας λέει ότι τα πράγματα θα μείνουν για πάντα έτσι.

Ο Τσίπρας διακήρυξε την πρόθεση του να δώσει μάχη εναντίον της φοροδιαφυγής. Σε αυτό το σημείο, έχει τη συναίνεση των ευρωπαϊκών υπευθύνων. Από την αρχή της κρίσης, αυτοί, έχοντας φερέφωνα τα ΜΜΕ, διέδιδαν την ιδέα ότι οι Έλληνες αρνούνται να συμμορφωθούν με τη φορολογία και αυτός είναι ένας απ' τους πιο σημαντικούς λόγους των προβλημάτων τους. Εάν αυτό αληθεύει για ένα μέρος της υψηλής αστικής τάξης και για την εκκλησία, δεν ισχύει για τις εκμεταλλευομένες τάξεις και οι οποίες πληρώνουν το ΦΠΑ που τα μνημόνια το έφτασαν απ' το 19 στο 23%. Οι Έλληνες μισθωτοί δεν έχουν τη δυνατότητα να διαφύγουν της φορολόγησης του εισοδήματός τους, καθώς ο φόρος αφαιρείται απευθείας απ' το λογαριασμό μισθοδοσίας υπέρ του κράτους. Οι Έλληνες υποβλήθηκαν σε ένα φόρο ακίνητης περιουσίας, ο ΕΝΦΙΑ, ο οποίος αρχικά πληρώνοταν μαζί με το λογαριασμό του ηλεκτρικού ρεύματος και αγγίζει κατά πολύ τις λαϊκές τάξεις σε μια χώρα όπου η πλειοψηφία των ανθρώπων είναι ιδιοκτήτες της κύριας κατοικίας τους.

Ο Τσίπρας δείχνει προς στιγμήν υπερβολική μετριοπάθεια ενώπιον αυτής της υψηλής τάξης, παρά της εχθρικής διάθεσης της τελευταίας προς το πρόσωπό του, πράγμα το οποίο μαρτυρούν, μεταξύ άλλων, οι διαρροές κεφαλαίων.

Κι όμως, σύμφωνα με υπολογισμούς που έγιναν απ' το γραφείο Bloomberg το Δεκέμβριο του 2012, το σύνολο της μη πληρωμής των φόρων αντιπροσώπευε 54 δις ευρώ, για τα 2/3 των οποίων ήταν υπεύθυνοι 1 500 Έλληνες.

Ο Τσίπρας δεν έχει αναφερθεί προς το παρόν να βάλει τέρμα στη φορολογική απαλλαγή της οποίας επωφελούνται οι Έλληνες εφοπλιστές, οι οποίοι δεν πληρώνουν φόρους στην κοινωνία αν και κατέχουν τον πρώτο στόλο παγκοσμίως. Ούτε επίσης έχει θίξει το θέμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας η οποία γλιτώνει τη φορολόγηση, ενώ έχει στην κατοχή της μια σημαντική ακίνητη κληρονομιά.

Η σύγκρουση ανάμεσα στην κυμέρνηση του Σύριζα και τους διεθνείς θεσμούς της αστικής τάξης έχει προς το παρόν τη μορφή μιας παρτίδας πόκερ. Σ' αυτήν την αναμέτρηση, ακόμη κι αν είχε ως μόνο σκοπό να εμποδίσει την ιμπεριαλιστική μπουρζουαζία να φέρεται στο ελληνικό κράτος σαν να ήταν ημι-αποικία του, η ελληνική υψηλή αστική τάξη ήταν και θα παραμείνει στο πλευρό αυτής καθώς τις δένουν πολλά κοινά στοιχεία. Ούτε η μία ούτε η άλλη θα κάνουν δωράκια στη νέα κυβέρνηση. Άραγε ο Τσίπρας θα βρει το πολιτικό θάρρος να αντιμετωπίσει αυτήν την υψηλή ελληνική μπουρζουαζία, ζημιώνοντας έστω κάποια απ' τα συμφέροντά του; άραγε θα βρει το θάρρος να κάνει χρήση της εμπιστοσύνης που του έχει η μερίδα του ελληνικού πληθυσμού, που υπέφερε περισσότερο απ' την πολιτική που του επέβαλε η υψηλή μπουρζουαζία και ο οποίος αποτελεί πλειοψηφία; Και μέχρι τίνος σημείου; Αυτή είναι η ερώτηση-κλειδί των εβδομάδων που ακολουθούν.

Οι εργαζόμενοι πρέπει να οργανωθούν για να υπερασπίσουν τα συμφέροντά τους και για να μεταμορφωθούν σε μια ανεξάρτητη πολιτική δύναμη στη διάρκεια του αγώνα.

Αν οι εργαζόμενοι επιθυμούν να ληφθούν υπ' όψιν τα συμφέροντά τους μέσα σ' αυτήν την αναμέτρηση, οφείλουν να επέμβουν στην πολιτική σκηνή ως αυτόνομη δύναμη, υπερασπίζοντας ιδιαίτερα σε όσες διεκδικήσεις τους αφορούν άμεσα.

Το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης περιελάμβανε πολλά μέτρα τα οποία σκόπευαν να « αντιμετωπίσουν την ανθρωπιστική κρίση» προοριζόμενα να « εγείρουν ασπίδα προστασίας για τα πιο τρωτά κοινωνικά στρώματα ». Τους υποσχόταν δωρεάν ηλεκτρικό ρεύμα, χορήγηση σίτισης, εγγύηση κατοικίας και δωρεάν παροχή ιατροφαρμακευτικής περίθαλψης. Δεσμευόταν την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ και « την επ' αόριστον αναστολή των κατασχέσεων των κύριων κατοικιών ».

Άλλα μέτρα που ανακοινώθηκαν αφορούσαν άμεσα στους εργαζομένους. Ο Σύριζα υποσχέθηκε να ακυρώσει τη μείωση του κατώτατου μισθού που είχε αποφασιστεί το Φεβρουάριο του 2013 και να τον ανεβάσει στα 750 ευρώ (ενώ τώρα ανέρχεται στα 427 ευρώ για τους νέους και 586 για τους υπολοίπους). Επίσης δεσμεύτηκε να αποκαταστήσει κάθε εργασιακή νομοθεσία που είχε υπονομευτεί τα τελευταία χρόνια και κυρίως τις συλλογικές συμβάσεις.

Είναι συμφέρον των εργαζομένων να μην αρκεστούν να περιμένουν παθητικά την κυβέρνηση Τσίπρα να τηρήσει τις υποσχέσεις της. Εκείνη μπορεί να θεωρήσει ότι δεν αποτελούν πλέον προτεραιότητα. Στο γενικό πολιτικό του λόγο μπροστά στο κοινοβούλιο, ο Τσίπρας αναφερόμενος στην αύξηση του κατώτατου μισθού μίλησε για « σταδιακή αποκατάσταση ». Δεν υπάρχει τίποτα που να εγγυάται ότι οι εργαζόμενοι δεν θα χρειαστεί να υπομείνουν το χρόνο που χρειάζεται η κυβέρνηση να βρει χρηματοδότηση... και αν βρει! Τίποτα δεν εγγυάται στους εργαζομένους ότι οι συμβιβασμοί που θα προκύψουν ανάμεσα στην ομάδα του Τσίπρα και στους διεθνείς πιστωτές δεν θα γίνουν εις βάρος των υποσχέσεων που είχε δώσει στις λαϊκές τάξεις.

Επιπλέον, ακόμη κι αν ο Τσίπρας σεβαστεί, για παράδειγμα, τη δέσμευσή του να αυξήσει τον κατώτατο μισθό, η ελληνική εργοδοσία δεν θα το δεχτεί. Οι εργαζόμενοι θα πρέπει να βρουν τα μέσα για να επιβάλουν την αύξηση και να έχουν τον έλεγχο της εφαρμογής της. Ναι αλλά πώς;

Θα ήταν τολμηρό μέχρι και αδύνατο να προβλέψουμε την πορεία που θα ακολουθήσει η κινητοποίηση των ελληνικών εκμεταλλευομένων τάξεων. Εξίσου δεν μπορούμε να προβλέψουμε εάν αυτή η κινητοποίηση θα λάβει χώρα με το απαραίτητο μέγεθος και ένταση. Οι πορείες που έγιναν προς υπεράσπιση της κυβέρνησης του Τσίπρα δεν επιτρέπουν να διακρίνουμε εάν πρόκειται για απλή ψευδαίσθηση - ότι δηλαδή είναι στο χέρι της κυβέρνησης να δράσει - ή για ικανότητα κινητοποίησης, χαρακτηριστική σε όσους έχουν πέσει θύματα εκμετάλλευσης. Επιπλέον, ο βαθμός αποφασιστικότητας ίσως μπορεί να αυξηθεί ενώπιον της προκλητικής συμπεριφοράς της ιμπεριαλιστικής αστικής τάξης.

Το μόνο γεγονός που μπορούμε να διαβεβαιώσουμε είναι ότι αυτή η αυτόνομη κινητοποίηση των θυμάτων των πολιτικών της λιτότητας είναι απαραίτητη. Άραγε θα πάρει τη μορφή επιτροπών οι οποίες θα ελέγχουν την εφαρμογή της αύξησης του κατώτατου μισθού καθώς και άλλων μέτρων ευνοϊκών προς τους εργαζομένους, ανέργους και συνταξιούχους; Στην ιστορία των εργατικών αγώνων, οι κινητοποιημένοι εργαζόμενοι ήξεραν καλά να οργανώνονται σε διάφορες μορφές οργάνωσης, διαμέσου των οποίων μπορούσαν να ξεδιπλώσουν την ενέργειά τους, είτε αυτές επρόκειτο αρχικά για απλές απεργιακές επιτροπές είτε εν τέλει για εργατικά συμβούλια.

Ακόμη κι αν συμφωνήσουν να δείξουν εμπιστοσύνη στον Τσίπρα και είναι πρόθυμοι να το στηρίξουν, οι εργαζόμενοι οφείλουν να οργανωθούν έτσι ώστε να μπορέσουν να αντιμετωπίσουν την προβλέψιμη αντίδραση της αστικής τάξης και των πολιτικών εκπροσώπων της, οι οποίοι και θα ψάξουν να οδηγήσουν μερίδες της μικρής αστικής τάξης και όλα τα υπολογίσιμα αντιδραστικά ρεύματα της χώρας εναντίον της κυβέρνησης. Η αστική τάξη μετρά πολλά στηρίγματα μέσα στον κρατικό μηχανισμό, στην αστυνομία και στο στρατό. Αλλά οι εργαζόμενοι, χάρις του αριθμού τους και της θέσης τους στην κοινωνία, είναι ικανοί να αναπαραστήσουν μια δύναμη κατά πολύ ανώτερη όλων των παραπάνω κατηγοριών. Μας άφησαν το περιθώριο να διακρίνουμε αυτή τη δύναμη σε κάθε ευκαιρία κινητοποιήσεων και γενικών απεργιών, οι οποίες οργανώθηκαν απ' το 2010 για να αντισταθούν στις επιθέσεις των κυβερνήσεων. Οι εργαζόμενοι των Μέσων Μαζικής Συγκοινωνίας, της Υγείας, της Ναυτιλίας και άλλων δημόσιων υπηρεσιών απέδειξαν την αγωνιστικότητα και την αποφασιστικότητα τους, ακόμη κι όταν το 2013, έπρεπε να έρθουν αντιμέτωποι με τις αστυνομικές δυνάμεις που είχαν σταλεί για να πνίξουν την απεργία, μετά την απόφαση της κυβέρνησης να επιστρατεύσει προσωπικό.

Συμφέρον των εργαζομένων που εξέφρασαν την οργή τους ψηφίζοντας Σύριζα είναι, να βρουν τον τρόπο να συνεχίσει η φωνή τους να ακούγεται.

Πρόκειται για μια αντικειμενική αναγκαιότητα ώστε να είναι σε θέση να αγωνιστούν, είτε με αλληλεγγύη προς την κυβέρνηση του Τσίπρα όσο εκείνη σέβεται τα ευνοϊκά μέτρα που είχε υποσχεθεί στους εργαζόμενους, είτε εναντίον της, εάν αθετήσει τις υποσχέσεις της. Αυτή είναι, εν πάση περιπτώσει, η πολιτική που θα έπρεπε να προβάλλουν οι αγωνιστές που θέλουν να υπερασπίσουν τα πολιτικά και υλικά συμφέροντα των εργαζομένων.

« Lutte de classe » n° 166 - 18 του Φλεβάρη 2015