Η πάλη των εργαζόμενων της PSA Aulnay

Print
17 Μαίου 2013

Αποσπάσματα της μπροσούρας της Lutte Ouvrière 17 Μαίου 2013

Η απεργία ενάντια στο κλείσιμο του εργοστασίου της PSA Aulnay που άρχισε στις 16 Ιανουαρίου 2013, διήρκεσε τέσσερις μήνες και τελειώνει κατά τη στιγμή της γραφής αυτού του κειμένου. Σε ένα εργατικό δυναμικό των 2500 ατόμων, συμπεριλαμβανόμενων στελέχων, η απεργία κινητοποίήσε μέχρι 600 εργαζόμενους και έναν πυρήνα 250 απεργών. Μπορούν να είναι υπερήφανοι διότι παλέψανε και τόλμησαν να αντιταχθούν στην αφόρητη απόφαση του κλεισίματος ενός εργοστασίου και στην απόλυση χιλιάδων εργαζόμενων. Με την απεργία, με την αποφασιστικότητά τους, με τις εκπληκτικές δράσεις τους, οι απεργοί αποτέλεσαν ένα αγκάθι στα πλευρά της διοίκησης της PSA, και της κυβέρνησης. Η απεργία ήταν στο κέντρο των κοινωνικών θεμάτων του πρώτου εξαμήνου του 2013 και περισσότερο στο επίκεντρο των συζητήσεων για δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενους αγωνιστές και εργάτες. Η επιτυχία της συλλογής χρημάτων της αλληλεγγύης και το συνολικό ποσό των δωρεών στο απεργιακό ταμείο, χωρίς το οποίο η απεργία δεν θα κράταγε πολύ χρόνο, είναι σαφής απόδειξη.

Αυτός ο αγώνας απέτυχε τελικά να αποτρέψει την διοίκηση της PSA να εφαρμόσει τα σχέδιά της να κλείσει το εργοστάσιο. Για να επιτευχθεί αυτό, η κατάσταση απαιτούσε ένα διαφορετικό συσχετισμό δυνάμεων σε μια διαφορετική κλίμακα. Η καταπολέμηση ενός κλεισίματος εργοστασίου σημαίνει μια επίθεση στο δικαίωμα των καπιταλιστών, που θεωρούν ιερό, να κάνουν ό, τι θέλουν με την ιδιοκτησία τους.

Οι απομονωμένοι αγώνες κατά του κλεισίματος εργοστασίου και κατά των απολύσεων, είναι ουσιαστικά αμυντικοί αγώνες. Είναι αυτοί που επηρεάζονται άμεσα που αναγκαστικά θα παλέψουν - και όμως, διότι ο φόβος να μην βρουν άλλη δουλειά, ή να μην μετατεθούν οδηγεί περισσότερο στην παραίτηση παρά στον αγώνα. Όσοι έχουν αρκετούς τρόπους για να αλλάξουν το συσχετισμό δυνάμεων με το αφεντικό που ετοιμάζεται να κλείσει ένα εργοστάσιο, είναι εκείνοι που έχουν ακόμα τη θέση εργασίας τους, επομένως, έχουν την δυνατότητα να απειλήσουν άμεσα τα κέρδη και την κυριαρχία του αφεντικού στην επιχείρησή του.

Η συνειδητοποίηση αυτού του συσχετισμού δυνάμεων ώθησε τους απεργούς της PSA Aulnay να απευθύνονται όσο το δυνατόν στους εργαζόμενους της PSA που δεν απειλούνται άμεσα, στους υπεργολάβους, και ακόμη και πέρα, σε περισσότερους εργαζόμενους με στόχο να τους ενημερώσουν, να κερδίσουν την αλληλεγγύη τους και, όσο το δυνατόν, να τους κινητοποιήσουν για να επεκταθεί το κίνημα, χωρίς να το έχουν καταφέρει.

Πρέπει να ξέρουμε, ο τι για πολλές δεκαετίες, οι πολιτικές προδοσίες της αριστεράς στην εξουσία συνέβαλαν στην πτώση του ηθικού της εργατικής τάξης. Όσο για τις συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες, εδώ και πολύ καιρό δεν αμφισβητούν πλέον τη δικτατορία των καπιταλιστών πάνω στη κοινωνία και δεν έχουν τη θέληση να προετοιμάσουν μια ολοκληρωμένη απάντηση της εργατικής τάξης στις επιθέσεις των εργοδοτών, ούτε υπερασπίζουν την προοπτική της. Όλα αυτά έχουν μεγάλη πίεση στους εργαζόμενους, στην αγωνιστικότητα τους και στη συνείδησή τους.

Οι εργοδότες διεξάγουν ένα συστηματικό πόλεμο, που κατέστησε ακόμη πιο έντονο η οικονομική κρίση του 2008. Από τη μια πλευρά, οι απολύσεις και τα κλεισίματα εργοστασίων αυξάνονται. Από την άλλη πλευρά, οι εργοδότες ενορχηστρώνουν μια δραματική υποχώρηση των συνθηκών ζωής και εργασίας για εκείνους που εξακολουθούν να διατηρούν μια θέση εργασίας. Ολόκληρη η εργατική τάξη πληρώνει για να διατηρήσει ή να αυξήσει τα κέρδη της καπιταλιστικής τάξης.

Στην απόφασή της να κλείσει το εργοστάσιο του Aulnay για την αύξηση της παραγωγικότητας, η διοίκηση της PSA παλεύει για τα κέρδη των εταιριών της και για το εισόδημα των ιδίων μετόχων της. Όμως, όλοι οι εργοδότες έχουν συμφέρον να συντριφτούν οι μαχητικοί εργάτες για να προετοιμάσουν το έδαφος για τις μελλοντικές υποχωρήσεις που θέλουν να επιβάλουν. Επομένως, ο αγώνας των εργατών της Aulnay περιέλαβε θέματα πέρα από την κατάσταση τους.

Αυτό είναι το πλαίσιο της κινητοποίησης. Κατέστη δυνατή από τη θέληση και την αποφασιστικότητα των πολλών εκατοντάδων εργαζομένων του εργοστάσιου του Aulnay. Έδωσαν ζωή στην απεργία με τον ενθουσιασμό τους, τη ζεστασιά τους, την υπερηφάνεια τους. Ήταν μόνο μερικές εκατοντάδες που καταπολέμησαν και στάθηκαν εναντίον μιας από τις πιο πλούσιες και ισχυρές καπιταλιστικές οικογένειες στη Γαλλία: την οικογένεια Peugeot.

Εάν αυτός ο αγώνας πήρε αυτή τη μορφή, εάν βασίστηκε σε όλες τις δυνατότητες, είναι, επίσης, λόγω των επαναστατών κομμουνιστών που αγωνίζονται για αρκετά μεγάλο χρονικό διάστημα στο εργοστάσιο για να κερδίσουν τη δέσμευση των εργαζόμενων και να είναι σε θέση να προσφέρουν μια αποδεκτή και εγκριμένη πολιτική από εκατοντάδες εργαζομένους.

Αυτή η πολιτική ήταν πρώτα απ 'όλα να γίνουν τα πάντα για να κατευθύνεται και να ελέγχεται αυτός ο αγώνας εξ ολοκλήρου από τους ίδιους τους εργαζόμενους. Οι παραδόσεις απουσιάζουν από πολλές εταιρείες όπου γίνονται αγώνες γιατί, εδώ και δεκαετίες, τα συνδικαλιστικά και ρεφορμιστικά ρεύματα δεν υπερασπίζουν πλέον αυτές τις θεμελιώδεις ιδέες του εργατικού κινήματος. Οι αγωνιστές της Lutte Ouvrière συνεχίζουν να τις διαδίδουν. Και σε ένα πλαίσιο όπου δεν υπάρχει κοινωνική έκρηξη, χρειάζεται αγωνιστική ενέργεια για να διατηρηθεί αυτή η πορεία. Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να έχουμε την πολιτική βούληση.

Όταν οι εργοδότες και ο δουλοπρεπής τύπος, για να επιτεθεί στους απεργούς, μίλησαν για "απεργία της Lutte Ouvrière " ή "CGT Lutte Ouvrière", ήταν για συκοφαντική δυσφήμιση. Η συντριπτική πλειοψηφία των απεργών είναι μακριά από τις ιδέες και το πρόγραμμα της Lutte Ouvrière και ακόμη λιγότερο μέλη της οργάνωσης. Είναι η ίδια η πάλη, η λογική της, η στάση των διάφορων πρωταγωνιστών της σύγκρουσης που οδήγησε τους απεργούς στις ιδέες της ταξικής πάλης που μόνο οι αγωνιστές της Lutte Ouvrière εξέφρασαν με συνέπεια. Ξεκινώντας με την πεποίθηση ότι οι εργαζόμενοι έπρεπε να υπερασπίσουν με σαφήνεια τα συμφέροντά τους, να πάρουν τις δικές τους αποφάσεις και να ελέγξουν την εφαρμογή τους, αντιμετωπίζοντας τους εχθρούς τους, το αφεντικό και τους μετόχους, καταγγέλλοντας τα ψέματα και τη βία τους. Επίσης να υποπτεύονται τους ψεύτικους φίλους, αυτούς της σοσιαλιστικής κυβέρνησης στις αρχές της σύγκρουσης - αφού στην διάρκεια της απεργίας η συμπεριφορά της κυβέρνησης κατέστη προφανής - και τους ψεύτικους φίλους των συνδικάτων που σχετίζονται λίγο ως πολύ άμεσα με το αφεντικό.

Κατά τη διάρκεια των δύο τελευταίων ετών κινητοποίησης ενάντια στο κλείσιμο του Aulnay, οι εργαζόμενοι έμαθαν να αποφασίζουν για τους δικούς τους αγώνες όλοι μαζί, να αντιστέκονται στις παγίδες όχι μόνο από την εργοδοσία, αλλά και από τις δύο κυβερνήσεις που αντιμετώπισαν. Κατά τη διάρκεια των μηνών απεργίας, οι εργαζόμενοι έμαθαν να οργανώνονται και το έκαναν προς το καλύτερο.

Μακριά από το να ζητήσουν βιομηχανικές λύσεις, σχέδια ή νέους ιδιοκτήτες για το εργοστάσιο, οι επαναστάτες κομμουνιστές, ωστόσο, υποστήριξαν την ιδέα ότι μόνο η συλλογική πάλη είναι μια λύση για τους εργαζόμενους, ότι μπορούν μόνο να βασίζονται στις δικές τους δυνάμεις, και ότι έχουν απόλυτο δικαίωμα να αρνούνται τη καπιταλιστική λογική των απολύσεων και της θυσίας που απαιτούνται για τα κέρδη των μετόχων. Και οι εργαζόμενοι άρχιζαν τον αγώνα σε αυτή τη βάση η οποία είναι αυτή ολόκληρης της εργατικής τάξης. Αυτό ήταν ακόμη πιο δύσκολο διότι δεν έγινε ποτέ μια έκρηξη οργής. Όσοι αγωνίστηκαν όλους αυτούς τους μήνες, χρειάστηκε να πειστούν και να αγωνιστούν για να ξεκινήσουν και άλλους.

Οι εργαζόμενοι στον αγώνα άρπαξαν κάθε ευκαιρία που παρουσιάστηκε για να ΄ρθουν σε επαφή με άλλους εργαζόμενους, ιδίως εκείνους που είχαν επηρεαστεί επίσης από τις απολύσεις. Αυτές οι λίγες εκατοντάδες εργαζόμενοι της PSA επέλεξαν να παλέψουν γνωρίζοντας ότι ήταν μειονότητα. Είχαν δίκιο. Δείχνουν το δρόμο. Όλες οι μάχες είναι σημαντικό να κατευθύνονται, και να κατευθύνονται μέχρι το τέλος, γιατί ακόμα και μια αναγκαστική μάχη μπορεί να συμβάλει στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης των οποίων, σήμερα, δεν είναι ακόμη έτοιμοι, αλλά αύριο, η συλλογική τους δράση θα προκαλέσει μια γενική έκρηξη σε όλη τη χώρα.

16 Ιανουαρίου 2013 : ξεκινάει η απεργία !

Στις 15 Ιανουαρίου ψήφισαν την απεργία για την επόμενη 200 εργαζόμενοι σε γενική συνέλευση. Δεν ήξεραν τότε (κανείς δεν μπορούσε να το φανταστεί, ούτε οι αγωνιστές) ότι ρίχτηκαν σε μια απεργία που θα διαρκέσει περισσότερο από τρεις μήνες.

Σταμάτησε την παραγωγή η απεργία

Στις 16 Ιανουαρίου στις έξι το πρωί ήταν παρόντες στις πύλες του εργοστασίου 200 εργαζόμενοι για να δείξουν την αποφασιστικότητά τους και να παρασύρουν τους συναδέλφους τους στην απεργία. Οι απεργοί γύρισαν τα εργαστήρια, έφτασαν τους 300, και συναντήθηκαν πάλι σε γενική συνέλευση για να ψηφίσουν την απεργία. Την παραγωγή την παρέλυσε απολύτως η έλλειψη εργατικών χειριών. Αφού η διοίκηση δήλωνε ψευδώς στον τύπο ότι το εργοστάσιο δούλευε κανονικά, οι απεργοί έφεραν τους δημοσιογράφους μέσα στο εργοστάσιο για να δουν με τα ίδια τους τα μάτια τις γραμμές παραγωγής σταματημένες. Για πρώτη φορά σεβάστηκαν την ελευθερία του τύπου μέσα στο εργοστάσιο.

Στις 16 και στις 17 οι απεργοί γύριζαν τα εργαστήρια ακατάπαυστα για να πείσουν όσο γίνεται περισσότερους εργάτες να συμμετάσχουν στην απεργία. Η προοπτική της απεργίας ήταν δημοφιλής. Το αισθάνθηκαν οι εργάτες και το ηθικό τους ανέβαινε.

Το κατάλαβε και η διοίκηση και ανησύχησε για τα καλά. Στις 17 έγινε μια από τις συνεδριάσεις διαπραγμάτευσης που άρχισαν το Νοέμβριο 2012. Για πρώτη φορά η PSA υποχώρησε λιγάκι. Το επίδομα μετάθεσης αυξήθηκε από 5000 ευρώ μεικτά ως 5000 ευρώ καθαρά. Το επίδομα απόλυσης αυξήθηκε από έξι ως εννιά μήνες. Και σχεδόν αφαιρέθηκαν οι περιορισμοί για να παρθεί το επίδομα μετακόμισης. Σε δύο μέρες οι απεργοί απέκτησαν περισσότερο απ΄ ό, τι σε μερικoύς μήνες στο τραπέζι διαπραγματεύσεων. Αλλά όλο αυτό δεν άρκεσε να σταματήσει η απεργία, κάθε άλλο.

Την Πεμπτή 17 το απόγευμα στην γενική συνέλευση ψηφίστηκε καταρχήν μια αιφνιδιαστική ενέργεια. Οι απεργοί έκαναν ό,τι έπρεπε για να οργανώσουν θεαματικές δράσεις. Στα φανερά συζητούσαν τους στόχους και την απόφαση της δράσης, έμεινε κρυμμένος όμως μόνο ο ακριβής τόπος. Οι απεργοί επέβλεπαν την κινητοποίησή τους και είχαν αποκτήσει τόση αμοιβαία εμπιστοσύνη που μπορούσαν να κάνουν έτσι και να εξουσιοδοτήσουν μερικούς απ΄ αυτούς να προετοιμάσουν τις δράσεις αυτές. Όσοι είχαν αρχίσει να αποκτούν πείρα στο πλαίσιο των ομάδων περιφρούρησης που συγκροτήθηκαν στην διαδήλωση του 18 Φεβρουαρίου 2012 αποτελούσαν την βάση των δρασέων αυτών και συνέχισαν να αναπτύσσουν την οργάνωση και την συνοχή μεταξύ τους, πράγμα που ήταν μια από τις δυνάμεις των απεργών.

Στις 18 τρία γεμάτα λεωφορεία ξεκίνησαν από το εργοστάσιο. 150 απεργοί κατάφεραν να μπουν στην μονάδα PSA στο Saint-Ouen (Σεντ-Ουεν, στα προάστια του Παρισίου). Ενώ η διοίκηση και η αστυνομία τους περίμεναν μπροστά, αυτοί γλίστρησαν... από πίσω. Η έκπληξη ήταν απόλυτη και η διοίκηση έγινε ρεζίλι. Οι εργαζόμενες διαδήλωσαν μέσα στα εργαστήρια και συναντήθηκαν με τους εργάτες του Saint-Ouen για να συζητήσουν τα κοινά τους συμφέροντα. Η διοίκηση προσπάθησε να φέρει την αστυνομία μέσα στην μονάδα. Αλλά υποχώρησε και τελικά οι εργάτες του Ολνέ έφυγαν διαδηλώνοντας.

Αυτές τις τρεις πρώτες μέρες η απεργία πήρε φόρα και επεκτάθηκε σε πολλούς εργάτες. Ήταν περίπου 600 την Παρασκευή 18 Φεβρουαρίου, ενώ ο ολόκληρος αριθμός εργατών στο Ολνέ είναι 2500. Γι΄ αυτό ανησύχησε η διοίκηση, που αποφάσισε τότε να κλείσει το εργοστάσιο για μια εβδομάδα με το πρόσχημα τεχνικών λόγων. Χάρη στο λοκ-άουτ αυτό ήλπιζε να απομονώσει τους απεργούς από τους υπόλοιπους εργάτες και να τους διασκορπίσει αρκετά για να μην επεκταθεί η απεργία και για να την αποδιοργανώσει. Αυτή την εποχή που χιόνιζε πάρα πολύ η μεταφορά των εργατών με τα λεωφορεία της εταιρείας δεν λειτούργησε πια. Οι εργάτες που έμεναν, τουλάχιστον μερικοί απ΄ αυτούς, σε δεκάδες χιλιόμετρα από το εργοστάσιο δεν είχαν πια κανένα μέσο μαζικών μεταφορών για να πάνε στο εργοστάσιο. Η διοίκηση χρησιμοποιούσε λοιπόν ένα συνηθισμένο όπλο των εργοδοτών που ελπίζουν να καταπολεμήσουν την επέκταση της απεργίας. Την Δευτέρα 21 Ιανουαρίου το πρωί οι απεργοί βρήκαν το εργοστάσιο φραγμένο, με μερικές δεκάδες φύλακες μπροστά στις πύλες, μαζί με στελέχη που ήρθαν από διαφορετικές μονάδες.

Αλλά δεν τα κατάφερε. Το λοκ-άουτ βέβαια εμπόδισε να συνεχίσουν οι απεργοί να συζητάνε με όλους τους εργάτες, αλλά οι αγωνιστές συνδικαλιστές πρότειναν στους απεργούς, που δεν ήταν καθόλου αποκαρδιωμένοι, να συνεχίσουν τον αγώνα κάπου άλλου και να συναντηθούν στην Union Locale (Τοπική Ένωση, η οργάνωση του συνδικάτου CGT στο επίπεδο της πόλης) του συνδικάτου CGT στο Ολνέ, η οποία έγινε η έδρα της απεργίας για μια εβδομάδα. Ήταν πρώτα 150 εκεί και όσο περνούσαν οι μέρες ο αριθμός των απεργών αυξανόταν και έφτασε τους 350 στο τέλος της εβδομάδας. Οι απεργοί αποφάσισαν να μετρήσουν τους εαυτούς τους και χρησιμοποίησαν κάρτες απεργίας, δίνοντας αριθμούς στους απεργούς, και λίστες για το χτύπημα της κάρτας απεργίας που έστησαν οι ίδιοι. Ήξεραν που είχαν αρχίσει μια μαχητική απεργία και έκαναν όσο μπορούσαν για τον σκοπό αυτό.

Μια μαχητική απεργία

Οι απεργοί δεν έμειναν κρυμμένοι στους χώρους της Union Locale. Επωφελήθηκαν από την κατάσταση αυτή για να οργανωθούν όσο γίνεται καλύτερα και για να γίνει γνωστή η απεργία τους, να κάνουν εράνους και να απευθυνθούν σε εργάτες από άλλες εταιρίες.

Η κοινωνική κατάσταση προσφερόταν γι΄ αυτό. Ταυτόχρονα η διοίκηση της Renault αποκάλυψε το σκανδαλώδες της σχέδιο, την « συμφωνία ανταγωνιστικότητας » που αποτελείται από αφαιρεμένες μέρες άδεια, αυξημένο χρόνο εργασίας, παγωμένους μισθούς και υποχρεωτική κινητικότητα. Στάσεις εργασίας έγιναν στις διάφορες μονάδες του ομίλου. Την Τετάρτη 23 Ιανουαρίου, 200 εργαζόμενοι του Ολνέ πήγαν στο εργοστάσιο της Renault στο Flins (Φλεν, στα μακρινά προάστια του Παρισίου). Όταν έφτασαν, ήταν αρκετό να ανοίξουν μια καγκελόπορτα και συνάντησαν τους εργάτες της Renault που έκαναν στάσεις εργασίας, με σύνθημα « Renault και PSA, ο ίδιος αγώνας ». Η συνάντηση ήταν ιδιαίτερα θερμή. Η κοινή συγκέντρωση που οργάνωσαν μαζί ήταν μια μικρή νίκη κατ΄ αυτών που προσπαθούν να χωρίσουν τους εργαζομένους.

Η ίδια επιχείρηση έγινε στις 30 Ιανουαρίου αφού οι απεργοί επισκέφτηκαν τους εργαζομένους της Renault στο Cléon (στη Νορμανδία), οι οποίοι συνέχιζαν να κάνουν στάσεις εργασίας κατά του σχεδίου της διοίκησής τους. Η υποδοχή ήταν επίσης θερμή. Στην συγκέντρωση ήταν όχι μόνο οι εργάτες του Cléon, αλλά και μια αντιπροσωπεία εργαζομένων από το διυλιστήριο πετρελαίου του Petroplus (στο Petit-Couronne, στα προάστια του Rouen) που απειλήθηκε με κλείσιμο.

Επισκέφτηκαν λοιπόν τους συναδέλφους τους της Renault και επιπλέον οι εργαζόμενοι της PSA που αγωνίζονταν πήγαν σε όλες τις διαδηλώσεις που οργανώθηκαν για να καταγγείλουν είτε τις απολύσεις είτε την πολιτική της εργοδοσίας. Στις 29 Ιανουαρίου συνάντησαν τους εργαζομένους του Virgin που διαμαρτύρονταν για το κλείσιμο του μαγαζιού στα Champs Elysées και ενώθηκαν με αυτούς του Sanofi (φαρμακοβιομηχανία), του Goodyear (κατασκευή λαστίχων) και από άλλου στην διαδήλωση μπροστά στο Υπουργείο Εργασίας. Οι αποφάσεις αυτές δεν ήταν προφανείς για όλους τους εργάτες γιατί μερικοί απ΄ αυτούς φοβούνταν μήπως ξαναρχίσει η διοίκηση την παραγωγή όταν απουσιάζουν από το εργοστάσιο. Αλλά οι αγωνιστές συνδικαλιστές τους παρακινούσαν σε τέτοιες δράσεις, γιατί υποστήριζαν ότι η ζωή όλων των εργατών δένεται και ότι μόνο ένας μαζικός αγώνας μπορεί πραγματικά να κάνει την εργοδοσία να υποχωρήσει.

Οι εργαζόμενοι της PSA δεν συνάντησαν μόνο άλλους εργαζομένους αλλά οργάνωσαν επιπλέον εράνους για να γεμίσουν το ταμείο απεργίας, μόλις άρχισε η πρώτη εβδομάδα απεργίας. Αυτοί οι πολλοί έρανοι είτε μπροστά στις επιχειρήσεις είτε στους σταθμούς είτε στα αυτοκινητικά διόδια είτε στις διαδηλώσεις χρησίμεψαν επίσης για να γίνει δημοφιλής η απεργία και για να δείξουν σε όλους ότι οι εργαζόμενοι της PSA δεν αφέθηκαν χωρίς αντίσταση και ότι είχαν ανεβασμένο ηθικό. Με τις πράξεις τους έδειξαν πως για την άμυνά τους οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να βασιστούν σε τίποτε άλλο παρά στους εαυτούς τους όταν χρησιμοποιούν τα όπλα τους, δηλαδή τις διαδηλώσεις και την απεργία.

Η οργάνωση της απεργίας από τους ίδιους τους εργαζόμενους

Τα πρώτα βήματα ήταν γρήγορα γιατί πολλοί εργαζόμενοι είχαν την πείρα του 2007. Από την πρώτη μέρα, πάρθηκε η απόφαση να ψηφίζεται σε καθημερινή βάση η συνέχιση της απεργίας, έτσι ώστε όλες οι αποφάσεις να παίρνονται από τη Γενική Συνέλευση. Αυτό ήταν μια βασική αρχή γιατί αποτελούσε το μόνο τρόπο για να μπορέσουν οι εργαζόμενοι να αποφασίζουν για τα πάντα σε σχέση με την απεργία τους και να συμμετέχουν πραγματικά στην διεξαγωγή της.

Πολύ γρήγορα πάρθηκε η συνήθεια να ελέγχουν τα πάντα και να ζητούν λογοδοσία από τους συνδικαλιστές αντιπροσώπους τους, συνήθεια που θεωρήθηκε ουσιαστική απ'όλους. Οι απεργοί δεν δέχονταν πλέον να συζητιέται και να παίρνεται μια απόφαση χωρίς να την ελέγχουν οι ίδιοι.

Εκτός των Γενικών Συνελεύσεων, συστάθηκε μια απεργιακή επιτροπή. Στην αρχή, μερικοί εργαζόμενοι δεν έβλεπαν ξεκάθαρα την χρησιμότητά της, αλλά τελικά κατέληξε να συνέρχεται καθημερινά και να είναι τελικά ο χώρος όπου γινόντουσαν οι συζητήσεις σχετικά με τις κινήσεις που έπρεπε να γίνουν, τις βασικές επιλογές της απεργίας και τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν.

Χρειάστηκαν μήνες για να νοιώσουν οι εργαζόμενοι αρκετά ικανοί να κατευθύνουν οι ίδιοι την απεργία τους. Το γεγονός ότι συζητούσαν, αντιμετώπιζαν και κυρίως ξεπέρναγαν συλλογικά όλα τους τα προβλήματα δυνάμωσε τους δεσμούς εμπιστοσύνης μεταξύ των απεργών.

Η δύναμη των απεργών έγκειτο όχι μόνο στην ικανότητά τους να διευθύνουν την απεργία τους, αλλά και στο ότι έπαιρναν μέρος σε όλες τις υποχρεώσεις τις απαραίτητες για την λειτουργία της απεργίας. Ο καθένας μπόρεσε να ανακαλύψει το τι ήταν ικανός να κάνει, ατομικά και συλλογικά. Αυτή η μαθήτευση, αν και σε μικρή κλίμακα, ήταν μια συγκεκριμενοποίηση της ιδέας ότι οι εργαζόμενοι μπορούν και πρέπει να δουλέψουν οι ίδιοι για τη χειραφέτησή τους.

Για να εφαρμοστεί η ιδέα μιας μαχητικής απεργίας, δημιουργήθηκε μια ομάδα «ελεγκτών». Κάθε πρωί, σημείωναν τους απεργούς που παρουσίαζαν την κάρτα εργασίας τους, στην οποία υπήρχε πλέον το νούμερο απεργού. Αυτή η λίστα χρησιμοποιούνταν επίσης για την διανομή του απεργιακού ταμείου. Αυτή η σημαντική δουλειά έγινε με πολλή σοβαρότητα. Οι εργαζόμενοι μάθαιναν να σέβονται τους δικούς τους κανόνες το ίδιο καλά, και χωρίς αμφιβολία καλύτερα, όπως κι εκείνους του αφεντικού.

Λειτούργησαν επιτροπές με την συμμετοχή πολλών απεργών. Αυτές τους επέτρεψαν να συναντήσουν τους δήμαρχους για να αποσπάσουν χρηματική βοήθεια, να βρουν τα μέσα για να κατασκευάσουν κονκάρδες, μπλουζάκια, μπροσούρες που μιλούσαν για την απεργία. Οι ιδέες ανάβλυζαν στη διάρκεια της απεργίας. Και οι εργαζόμενοι αποδείξανε ότι έχουν φαντασία και είναι ικανοί για πρωτοβουλίες. Χωρίς όλα αυτά, η απεργία δεν θα είχε αντέξει.

Μια επιτροπή είχε αναλάβει να κρατήσει επαφή με διάφορες επιχειρήσεις και να οργανώνει τους εράνους, τις συναντήσεις, κλπ.

Αυτές οι ενέργειες συνέβαλλαν σημαντικά στο να γίνει δημοφιλής η απεργία της PSA. Αυτή η δημοτικότητα εκφράστηκε με το γεγονός ότι δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενων, συνδικαλισμένοι και μη, εν ενεργεία ή συνταξιούχοι, έδωσαν για το απεργιακό ταμείο.

Η επιτροπή των οικονομικών είχε ένα δύσκολο και καθοριστικό ρόλο. Έπρεπε να συγκεντρώσει και να καταχωρίσει όλες τις εισφορές, μετρητά, επιταγές, μέσω ίντερνετ, κλπ. Και κυρίως, οι αγωνιστές που συμμετείχαν σ'αυτήν, έπρεπε να διαχειριστούν περισσότερα από 80000 ευρώ, καθ' όλη τη διάρκεια της απεργίας, με τη μεγαλύτερη δυνατή διαφάνεια.

Τέλος, μια ομάδα εργαζομένων ανέλαβε αυθόρμητα την οργάνωση του καφέ, του τσαγιού και των γευμάτων. Στην UL πρώτα κι ύστερα στο εργοστάσιο, μια ολόκληρη ομάδα οδηγημένη από αυτόν που αργότερα θα τον αποκαλούσαν « ο μάγος», έκανε θαύματα. Πήγαιναν και συζητούσαν με τα τοπικά σούπερ μάρκετ για μια υποστήριξη υπό τη μορφή εφοδιασμού σε είδος. Κάθε πρωί, ετοίμαζαν τον καφέ, το τσάι, τις φέτες του ψωμιού. Καθάριζαν το μέρος του εργοστασίου που οι απεργοί είχαν βαφτίσει πλατεία Απεργίας. Τα γεύματα, ετοιμασμένα με λιγοστά μέσα, μεταμορφώνονταν σε πραγματικά συμπόσια των οποίων το κυριότερο συστατικό ήταν η αδελφοσύνη, η περηφάνια και η χαρά αυτών των εργαζόμενων που αγωνίζονταν.