Γαλλία - Η κοινονική επιστροφή και η πολιτική των συνδικαλιστών ηγεσιών

Print
Οκτώβριος 2010

(Lutte de Classe 130 - Οκτώβριος 2010)

Αντιθέτως με το φθινόπωρο του 2009, η κοινονική κατάσταση μετά το καλοκαίρι του 2010 σχηματίζεται από μέρες δράσης στην σείρα, αποτέλεσμα του ενωτικού καλέσματος του συνόλου των συνδικαλιστικών συνομοσπονδιών. Μια μέρα απεργίες και διαδηλώσεις την 7 Σεπτεμβρίου, διάφορες πρωτοβουλίες τήν 15 Σεπτεμβρίου, από τις οποίες μια συγκέντρωση στην πλατεία Ομόνοια στο Παρίσι, απέναντι στην Βουλή όπου οι βουλευτές ψηφίζαν τους γνωστούς νόμους με θέμα τις συντάξεις. Άλλο κάλεσμα των συνομοσπονδιών για την 23 Σεπτεμβρίου. Την επόμενη μέρα, διπλή πρόταση από τις ενωμένες συνομοσπονδίες : μια μέρα διαδηλώσεις την 2 Οκτωβρίου, ένα Σάββατο, ώστε μπορούν να συμμετέχουν οι μισθωτοί που δεν είναι η δεν είναι ακόμη έτοιμοι να απεργήσουν για να πάνε στις διαδηλώσεις, ή που έχουν συμμετάσχει στις προηγουμένες διαδηλώσεις και δεν είναι έτοιμοι να χάσουν άλλη μια μέρα μισθό ; η ημέρα του 2 Οκτωβρίου παρακολουθημένη από απεργίες και διαδηλώσεις την Τρίτη 12 Οκτωβρίου, εργάσιμη μέρα.

Να θυμηθούμε της ημέρες των απεργιών και των διαδηλώσεων της 29ης Ιανουαρίου και της 19ης Μαρτίου 2009. Οι ηνωμένες συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες είχαν αποφύγει καλά, τότε, να τις παρουσιάσουν ως σταθμός μιας μεγαλυτέρης κινητοποιήσης. Απαντώντας μαζικά τις δύο φορές στο κάλεσμά τους, οι μισθωτοί τις είχαν, παρόλα αυτά, μετατρέψει σε σταθμούς, πριν οι συνομοσπονδίες πνίξουν την κινητοποίηση με το τελικό της 1ης Μαΐου. Παρόλο που υπήρχαν ακόμη διαδηλώσεις την 13 Ιουνίου, λιγότερο ακολουθούμενες, ήταν οι τελευταίες ενδείξεις του συνδικαλιστικού μέτωπου, χωρίς να καμία συνομοσπονδία μπει στον κόπν να δώσει μια δημόσια εξήγηση της εξαφάνισής του.

Η CGT, η πιό ισχυρή συνομοσπονδία, αρκείται στο «χρονοδιάγραμμα», το οποίο πρότεινε ημέρες πράξης περιορίσμένες σε έναν κλάδο ή σε μια εταιρία, σε διαφορετικές ημερομηνίες, σκορπίζοντας έτσι τις πάλες, κανοντάς τις κατηγορικές και ασήμαντες, ακόμα και όταν επρόκειτο για στόχους που αφορούσαν όλους τούς εργαζόμενους, όπως την πάλη εναντίον τις απολύσεις και τις καταργήσεις δουλειών.

Ηλίθια τακτική που χαρακτήσε το φθινόπωρο του 2009 πριν η CGT να στέφει αυτή την απαθή περίοδο καλώντας για την συμμετοχή στην απάτη των «Διαπραγματεύσεων της βιομηχανίας» οργανωμένων από το Σαρκοζί.

Πόλλα ένεργα μέλη ττης βάσης απαπροσανατολίστηκαν ή αποθαρρύνθηκαν με το δικίο τους, ακόμα και εκείνοι που δεν ήταν, a priori, κακοπροαίρετοι έναντι της συνομοσπονδίας.

Αυτό οδήγησε σε ένα κλίμα αμφισβήτησεως που επηρέασε ένα μεγάλο ποσοστό μαχητών.

Αυτή τη φόρα, αντιθέτα με το κάλεσμα της περσινής πρωτομα ϊας, οι διαδηλώσεις του Σαββάτου 2 Οκτωβρίου, μη εργάσιμη μέρα, δεν μοιάζουν με έναν ενταφιασμόν, αλλά με ένα σταθμό της κινητοποίησης, αφού ακολουθείται μερικές ημέρες μετά από μια μέρα απεργίων και διαδηλώσεων.

Σημέρα που γράφουμε - την 1η Οκτωβρίου -, δεν ξέρουμε ακόμη πώς οι ημέρες των 2 και 12 Οκτωβρίου θα είναι ακολουθημένες. A fortiori, δεν γνωρίζουμε τις προτάσεις των συνδικάτων για το μέλλον, ούτε μάλιστα έαν θα υπάρχουν. Να υπενθυμίσουμε μόνο ότι, παρά την κυβερνητική προπαγάνδα υποστηριγμένη από ένα πόλεμο των αριθμών, οι εργαζόμενοι απάντησαν θετικά στα καλέσματα τις 7ην και 23 Σεπτεμβρίου. Επιπλέον, οι διαδηλώσεις επωφελήθηκαν από μια πληρής συμπάθεια, προέρχοντας όχι μόνο από την εργατική τάξη, αλλά μάλιστα από ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η κυβέρνηση δεν πέτυχε, αυτή την φορά, να διαιρέσει και να αντιτάξει εκείνους που ήταν μέσα στην δράση και εκείνους που δεν ήταν.

Βεβαία, συνολικά, η εργατική τάξη είναι μακριά από μία γενική κινητοποίηση. Οι μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιαίτερα οι ακροπόλεις της εργατικής τάξης, κινήθηκαν ελάχιστα. Η πλειοψηφία του εργατικού κόσμου, πιεσμένη από την ανεργία, από χρόνια απογοήτευσης από την αριστερά, αλλά επίσης από της συνδικαλιστικές ηγεσίες, παρατηρεί προς το παρόν τι συμβαίνει, και αναρωτιέται για τις επιθέσεις που την χτυπούν. Οι εργαζόμενοι, με βάση πολλές αιτίες, αναρωτιούνται άν αυτή η φορά είναι η καλή κι'αν αυτό αξίζει να χάσουν μισθό για τους μεν, ή να ρισκάρουνε απόλυσεις για τους δε. Τίποτα εκπληκτικό σε αυτό.

Οι υποχωρήσεις των προηγουμένων χρωνών επιβαρύνουν το παρόν και το μέλλον. Και η προηγουμένη πολιτική των συνδικαλιστικών συνομοσπονδιών που σχεδόν όλα τα δέχτηκαν, ίσως και μάλιστα τα εγγύησαν, τόσο στο θέμα των συντάξεων όσα και σε άλλα, επιβαρύνει τα μυαλά. A fortiori αφήνουν τους εργαζομένους χωρίς προοπτική εναντίον την επίθεση της εργοδοσίας και του Κράτους, ενισχυμένη από την κρίση.

Μερικές ενδείξεις όμως- κυρίως η ενίσχυση μέσα στις διαδηλώσεις των εργατικών δυνάμεων προέρχοντας από της ιδιωτικές επιχειρήσεις, η συμμετοχή των εργαζομένων των μικρών επιχειρήσεων ή των τομέων όπως η μεγάλη διανομή, που είναι συχνά οι τελευταίοι να τινάζονται - δείχνει ότι υπάρχει απάντηση στις συνδικαλιστικές πρωτοβουλίες.

Θα ήταν μάταιο να αναρωτηθεί κανείς, σε περίπτωση που οι συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες θα επέμεναν στην σημερινή τακτική τους, άν η μια μετά την άλλη μέρες δράσης θα καταφέρουν να παρασύρουν ένα αύξημένο αριθμό εργαζομένων. Πρέπει οι μαχητές να κάνουν ό'τι μπορούνε ώστε αυτό συμβεί. Άρα οι συνδικαλιστικές ηγεσίες θα συνεχίσουν την ίδια πολιτική;

Οι αιτίες της σημερινής πολιτικής των συνδικαλιστικών ηγεσίων

Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες και οργανώσεις σίγουρα δεν άλλαξαν ανάμεσα στο Μάιο το 2003, τότε πού η CFDT υπέγραψε, μαζί με την CGC, μια ντροπιαστική συμφωνία με θέμα τις συντάξεις και πού ο Thibault μίλαγε κυρίως για ένα «συνδικαλισμό της πρότασης», και στην κοινωνική επιστροφή του 2010. Η φροντίδα τους ήταν και παραμένει βασικά να δεχτούν ως επίσημους συνομιλητές της κυβέρνησης για τις διαπραγματεύσεις που αφορούν τον κόσμο της εργασίας.

Η συμπεριφορά της CFDT είναι σίγουρα η πιό ενδεικτική. Η υπογραφή το 2003 της συμφωνίας με θέμα τις συντάξεις που ήταν μια καθαρή παραίτηση μπροστά στον Φιγιόν, τον τότε υπουργόν εργασίας, επέφερε στην CFDT ένα κύμα παραιτήσεων ή αναχωρήσεων προς άλλα συνδικάτα, Sud, UNSA ή CGT. Εκτιμίση της αφαίμαξης φθάνει περίπου στα 30.000 μέλη.

Παρόλα αυτά, η CFDT συμμετείσχε επίσης τόσο λίγο όσο η CGT στην προετοιμασία των σημερινών νόμων των συντάξεων, δηλαδή καθόλου. Όταν πριν τις καλοκαιρινές άδειες ο Woerth αρχίσε να δημοσιεύει το κυβερνητικό πρόγραμμα, είχε τον κυνισμό να δηλώσει ότι τα μέτρα που προτείνει η κυβέρνηση ήταν το αποτέλεσμα μιας μακριάς συνεργασίας με τις συνδικαλιστικές οργανώσεις. Ο Σερέκ όπως και ο Τιμπό βρέθηκαν συνδεμένοι για να βγάλλουν υψηλές κραυγές καταγγέλλοντας το ψέμα επειδή, δήλωσαν οι ίδιοι, ποτέ δεν είχαν πραγματικά συναντήσει τους υπουργούς και τους υψηλούς δημόσιους υπαλλήλους που αναλαμβάνουν το σχέδιο!

Απ'όλους τους συνδικαλιστικούς ηγέτες, ο Σερέκ είναι με κάθε τρόπο αυτός που εκφράζει το πιο πολύ το συναίσθημα ότι δεν πληρώθηκαν ως επιστροφή της πολιτικής τους.

Ως αντιπροσώπους της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, οι ομοσπονδιακές ηγεσίες δεν είναι πιο αποφασισμένες σήμερα από ό, τι ήταν χθες να οδηγήσουν την απαραίτητη πολιτική για να κινητοποιήσουν την εργατική τάξη ενάντιον την επίθεση της μπουρζουαζίας. Έχουν παρόλα αυτά τα δικά τους συμφεροντά να προφυλάξουν.

Η ασέβεια με την οποία η κυβέρνηση τις απομάκρυνε απ'όλες τις διαπραγμάτευσεις μέχρι και για δευτεροβάθμια ερωτήματα με θέμα τις συντάξεις, όπως οι δύσκολες συνθήκες εργασίας ή η ηλικία αναχώρησης στη σύνταξη με πλήρες ποσοστό για τις γυναίκες που έχουν μεγαλώσει τρία παιδιά, δεν αφήνει στους συνδικαλιστικούς ηγέτες ούτε ένα κοκκαλάκι να φάνε.

Οι συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες έχουν ανάγκη να ανανεόσουν την εικόνα τους μπροστά στην πλειοψηφία των εργαζομένων και, ίσως, πιο πολύ ακόμη μπροστά στην βάση τους, στούς μέλη τους, και μάλιστα στους υπεύθυνους των συνδικάτων της επιχείρησης ή στων τοπικών ενώσεων που δεν συμφωνούν με την αντιστροφή τους μετά από την περσινή Προτωμαΐα και που όλο και περισσότερο ανοιχτά κρίνουν σοβαρά την αδύνατη πολιτική τους.

Έτσι προκύπτει η θεμελιώδης αιτία, από την όψη των συνδικαλιστικών ηγεσιών, της αρχισμένης μάχης. Και η περίοδος εκεί ευνοϊκή.

Οι προεδρικές και βουλευτικές εκλογές της Άνοιξης του 2012 που πλησιάζουν δημιουργούν ένα νέο πολιτικό πλαίσιο. Η κυβερνητική πλειοψηφία της δεξιάς ξεκινάει, αποδυναμωμένη, την αρχή της προεκλογικής περίοδου, με το Σαρκοζί που ταξιδεύει μέσα στα βαθιά νερά των δημοσκοπήσεων ενώ οι ηγέτες του σοσιαλιστικού κόμματος αρχίζουν να πιστευούν στην εναλλαγή.

Η δυνατότητα μιας νίκης της αριστεράς φέρνει μια σύνδεση συμφερόντων ανάμεσα στις συνδικαλιστικές ηγεσίες και την κυβερνητική αριστερά. Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες, αποκλεισμένες από την κυβέρνηση της δεξιάς, μπορούν να ελπίσουν ότι μια κυβέρνηση της αριστεράς θα τις φερθεί καλύτερα. Η κυβερνητική αριστερά μπορεί, από την πλευρά της, να ελπίσει ότι με τη βοήθεια των συνδικαλιστικών ηγεσιών θα μπορέσει να μετατρέψει το θέμα των συντάξεων σε εκλογικό επιχείρημα και να διοχετεύσει στο πλεονέκτημά της το σημερινό κίνημα διαμαρτυρίας.

Ο τρόπος με τον οποίον θέτεται το θέμα των συντάξεων βοηθάει τέλεια σε αυτό. Η ηλικία συνταξιοδότησης, ή πιό ακριβώς η συνταξιοδότηση στα 60 έτη, δημιουργεί ένα πλαίσιο συνεννόησης ανάμεσα στο σοσιαλιστικό κομμα και τις συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες. Και ένα πλαίσιο συνεννόησης σ΄ένα στόχο δικαιολογιμένο - η άρνηση της μετάβασης στα 62 έτη -, που δεν αντιπροσωπεύει ταυτόχρόνα έναν κίνδυνο για την μεγάλη εργοδοσία.

Οι συνδικαλιστικές ηγεσίες κρατούν μια εύγλωττη ησυχία στο γεγονός ότι, εάν το σοσιαλιστικό κόμμα, από το στόμα των πιο σημαντικών ηγετών του όπως η Σεγκολέν Ρουαγιάλ ή η ίδια Μαρτίν Ομπρί, έχει υποσχεθεί να επιστρέψει στα 60 έτη, δηλώνει ταυτόχρονα ότι δεν υπάρχει ζήτημα για εγκατάλειψη του στόχου της παράτασης της διάρκειας των συμβολών. Με άλλα λόγια, ακόμα και αν το σοσιαλιστικό κόμμα κρατήσει την υπόσχεσή του - και έχει συχνά δείξει στο παρελθόν ότι οι υποσχέσεις του δεν δεσμεύουν παρά εκείνους που τις πιστεύουν , οι μισθωτοί θα μπορέσουν καλά να βγούνε για σύνταξη στα 60 έτη, αλλά με το ρίσκο μιας μειωμένης σύνταξης.

Η εναλλακτική λύση ανάμεσα στη μεταρρύθμιση των συντάξεων με σάλτσα Σαρκοζί και μια άλλη ικανή να ψηφιστεί από μια σοσιαλιστική πλειοψηφία δεν υπάρχει λόγο να ανησυχήσει την μπουρζουαζία και την μεγάλη εργοδοσία. Το κύριο πρόβλημά τους δεν είναι πραγματικά η ηλικία που ο καθένας έχει το δικαίωμα να βγεί για σύνταξη. Να θυμόμαστε : πόσες μεγάλες επιχειρήσεις έχουν χρησιμοποιήσει το σύστημα των πρόωρων συνταξιοδότησων για να ξεφορτωθούν τους υπερβολικά χρησιμοποιημένους εργαζομένους τους ;

Το πρόβλημά τους δεν είναι μόνο να αποφύγουνε την παραμικρή συμμετοχή της εργοδοσίας στο έλλειμμα του Επικουρικού Ταμείου Σύνταξης, αλλά και να μπορούν να βάζουν χέρι με διαφορετικούς τρόπους, όπως βάζουν χέρι στο Ταμείο Υγείας (οι πολλαπλές απαλλαγές με τις διαφορετικότατες προφάσεις αντίστειχουν σε σημαντικά οικονομικά δώρα στην μπουρζουαζία).

Αντιμετωπήζοντας τη κρίση της οικονομίας της, η καπιταλιστική μπουρζουαζία παλεύει σκληρά, για να της αφιερώνεται ένα αυξανόμενο μέρος του προϋπολογισμού του Κράτους. Θέλει το ίδιο για όλα τα δημόσια ταμεία, μάλιστα και εκείνα που χρηματοδοτούνται ουσιαστικά από τους μισθωτούς. Είναι η μόνιμη πίεση της καπιταλιστικής μπουρζουαζίας προς αυτή την κατεύθυνση που συνθέτει το θεμέλιο της οικονομικής και κοινωνικής πολιτικής των κυβερνήσεων διαδοχικών. Αυτή ενοποιεί τα πιό ποικίλα, τα πιό διαφορετικά μέτρα, αυτής της πολιτικής. Αν δεν υπάρχουν αρκετά χρήματα για τα νοσοκομεία, άν ένας αύξομένος αριθμός φάρμακων δεν εξοφλούνται καλά, άν γίνονται περικοπές στις απαραίτητες δαπάνες για τους αναπήρους, άν οι ηλικιωμένοι μισθωτοί πρέπει να δουλέψουν δύο χρώνια παραπάνο όταν έχουν ένα επάγγελμα ή να σταματίσουν με μια μειωμένη σύνταξη, είναι για να αποστραγγιστεί όλο και περισσότερο χρήμα προς τη καπιταλιστική μπουρζουαζία.

Να θυμιθούμε ότι το σύστημα διανομηκής σύνταξης, που απαιτούν να προφυλάξουν η αριστερά όπως και η δεξιά και που δηλώνουν να υπερασπίσουν οι συνδικαλιστικές οργανώσεις, είναι μια παγίδα για τους εργαζομένους. Αποτελεί πράγματι να κάνει τους εργαζομένους να πληρώνουν τις συντάξεις από αυτών που είναι στη σύνταξη.

Η συνηθισμένη διεκδίκηση του οργανωμένου εργατικού κινήματος, στα χρόνια που πάλευε ακόμα για τα συμφέροντα των εργαζομένων, ήταν ότι η σύνταξη πρέπει να πληρωθεί από την εργοδοσία. Η εργοδοσία, η οποία πλουτίζεται από την εκμετάλλευση των εργαζομένων της κατά τα πολλά χρόνια που δουλεύουν, πρέπει να πληρώνει τη σύνταξη αυτων που φθάρηκαν από τη εκμετάλλευση.

Αυτός ο αγώνας για να πληρώσει πλήρως η εργοδοσία τις συντάξεις ήταν επίσης ο αγώνας της CGT στην αρχή της όπως και του σοσιαλιστικού κόμα του Λαφάργκ ή του Γκέντ. Δεν είναι ούτε πια ένα ερώτημα σήμερα.

Εάν μερικοί ηγέτες του σοσιαλιστικού κόμματος μιλούν περιστασιακά να κάνουν να συμμετέχουν τα εισοδήματα του κεφαλαίου, αυτή η ιδέα δεν εμφανίζεται παρά περιθωριακά, για συμπληρώση ενός μέρους του ελλείμματος. Θίχτηκε παρά μόνο για τα πρόσθετα εισοδήματα του κεφαλαίου, όπως τα στοκ όπσιονς.

Έτσι υπάρχει μια αντικειμενική κλίση ενδιαφερόντων μεταξύ του σοσιαλιστικού κόμματος, που ελπίζει να αυξήσει το εκλογικό του κεφάλαιό από το λαϊκό κοινό κάνοντας υποσχέσεις σε ένα έδαφος που η εργοδοσία δεν απειλείται, και τών συνδικαλιστικών γραφειοκρατίων που απαιτούν να αναγνωριστεί καλύτερα το επίσιμο διαπραγματευτικό και δικηγοπικό ρόλο τους της εργατικής τάξης.

Αλλά βέβαια, οι συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες δεν μιλούν για εκλογές και δεν εκφράζουνε ανοιχτά την ελπίδα τους να δουν την αριστερά να αντικατασταστίσει την δεξιά. Αλλά κάνενας δεν μπορεί να μην το καταλάβει. Και, λόγω των περιστάσεων, οι μελλοντικές εκλογές θα εμφανιστούν όλο και περισσότερο και εμφανίζονται ήδη όπως η πολιτική επέκταση του κοινωνικού κινήματος.

Το σοσιαλιστικό κόμμα μπορεί να ξαναεμφανίζεται στις διαδηλώσεις των εργαζομένων κατά τα μέτρα Σαρκοζί πάνο στις συντάξεις. Όμως και μόνο πάνω σ'αυτό το θέμα, το σοσιαλιστικό κόμμα δεν έχει πραγματικά κανένα λόγο να ειναι υπερήφανος για τη συμπεριφορά του μπροστά στους εργαζομένους. Το «λευκό βιβλίο των συντάξεων» του Ροκάρ ήταν ένα από τα πρώτα πολιτικά γραπτά που επικαλούσαι τότε την ανάγκη για «μεταρρυθμίσει» το σύστημα των συντάξεων. Και οι νόμοι Μπαλλανδίρ δεν επανεξετάστηκαν από την κυβέρνηση της διάφορης αριστεράς του Jospin. Και όσον αφορά το μέλλον, το σοσιαλιστικό κόμμα κάνει υποσχέσεις μόνο για την ηλικία συνταξιοδότησης, και με κανένα τρόπο για τη χρόνια εργασίας και το ποσό των συντάξεων.

Οι εργαζόμενοι που συμμετάσχουν στις διαδηλώσεις δεν το κάνουν μόνο για τις συντάξεις, αλλά και με πιο απλό τρόπο, για να εκφράσουν τη δυσαρέσκειά τους μπροστά στις επίθεσεις εναντίον τους : οι απολύσεις, η κατεδάφιση της κοινωνικής προστασίας, η υποβάθμιση της αγοράστικης εξουσίας.

Σε όλα αυτά τα εδάφη, οι εργαζόμενοι δεν μπορούν να ελπίσουν καμία προστασία μιας πιθανής αλλαγής της κυβέρνησης. Μια πιθανή σοσιαλιστική κυβέρνηση θα υποβληθεί στις ίδιες απαιτήσεις της μεγάλης εργοδοσίας που, σε αυτήν την περίοδο κρίσης, δεν κάνει κανένα δώρο στην εργατική τάξη. Η αριστερά στην κυβέρνηση θα εκτελεσθεί όπως πάντα το έχει κάνει και θέλει να χρησιμοποιήσει τις συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες για να ευαρμοστεί η πολιτική της που θα είναι μοιραία αντιεργατική.

Συμμετοχή στις πράξεις προτεινόμενες από τις συνομοσπονδίες, αλλά χωρίς διάδοση ψευδαισθήσεων

Όποια να είναι τα κίνητρα της συνδικαλιστικής γραφειοκρατίας, και ακόμα και αν η άνοδος της δυσαρέσκειας ενάντιον τα μέτρα Σαρκοζί-Φιγιόν-Βέρτ ενθαρρύνει τα εκλογικά συμφέροντα του σοσιαλιστικού κόμματος, το ενδιαφέρον της εργατικής τάξης είναι η κινητοποίηση να αυξάνεται και να απλώνεται. Μόνο μια εργατική τάξη που πολεμάει είναι σε θέση να αποφύγει τις παγίδες που στήνουν οι ψεύτικοι τους φίλοι.

Λοιπόν οι επαναστατες μπορούν και πρέπει να χρησιμοποιήσουν το πλαίσιο παρεχόμενο από τις συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες για να ανοίξουν το δρόμο για μια κινητοποίηση που να αυξάνεται. Αλλά θα πρέπει συγχρόνως να ξεπεράσουν, τουλάχιστον μέσα στις συζητήσεις, το στενό πλαίσιο που προτείνουν οι συνδικαλιστικές συνομοσπονδίες, να εξηγήσουν ότι τα μέτρα ενάντιον τις συντάξεις είναι μέρος των επιθέσεων της μεγάλης εργοδοσίας και της μπουρζουαζίας ενάντιον τον κόσμο της εργασίας, αλλά αυτά τα μέτρα δεν είναι μόνο παρά λίγα μέσα σε πολλά άλλα ; ότι το διακύβευμα πάει πιο πέρα από το δικαίωμα για σύνταξη στα 60 έτη, ειδικά εάν σημαίνει πραγματικά μια μειωμένη σύνταξη. Να εξηγηθεί ότι το γνήσιο διακύβευμα της μελλοντικής κινητοποίησης της εργατικής τάξης, είναι να επιβάλλει μια παύση σε αυτήν την επίθεση αλλάζοντας την ισορροπία δυνάμεων με την μεγάλη εργοδοσία και την κυβέρνηση. Να δειχτούν οι σχέσεις ανάμεσα στις διαφορετικές πλευρές της επίθεσης της μπουρζουαζίας για να ξεκαθαριστούν τους στόχους που θα πρέπει να ακολουθήσει ο κόσμος της εργασίας όταν θα προχωρήσει.

Μόνο ένα μέρος της εργατικής τάξης είναι έτοιμο σήμερα να πάει στη μάχη που πρέπει να γίνει. Αλλά όλο και περισσότεροι εργαζόμενοι νιώθουν τα χτυπήματα που έρχονται και αναρωτιούνται πώς να τα αποφύγουνε.

Σε σχέση με το χρέωμα του Κράτους που υποτίθεται ότι δικαιολογεί τις φορολογικές αυξήσεις και τις επιθέσεις στην κοινωνική ασφάλεια, είναι απαραίτητο να καταλάβουμε ότι πρέπει η μπουρζουαζία να πληρώσει για τα χρέη που το Κράτος έχει μαζέψει αποκλειστικά γι'αυτήν.

Η παρούσα επίθεση ενάντια στις συντάξεις δεν πρέπει να κρύψει αυτή που κατ'ευθήνετε στις απολύσεις, οι καταργήσεις δουλειών, συμπεριλαμβανομένο και από το ίδιο το Κράτος, και το καταστροφικό επίπεδο ανεργίας. Σε αυτό το ερώτημα, είναι απαραίτητο να δηλώνουμε το στόχο της απαγόρευσης των απολύσεων και της μοίρασης της εργασίας ανάμεσα σε όλους χωρίς μείωση του μισθού.

Εηισής δεν πρέπει να κρυφθεί η κατάρρευση της αγοραστικής εξουσίας του κόσμου της εργασίας, που προέρχεται από τις αυξήσεις των τιμών, κυρίως των ενοικίων, από την μείωση της κοινωνικής προστασίας και την υποβάθμιση των δημόσιων υπηρεσιών. Μπροστά σε αυτή την επίθεση που αφορά όλους τους μισθωτούς, η απάντηση είναι η κινητή κλίμακα των μισθών και των συντάξεων με βάση ενός ικανοποιητικόυ επίπεδου.

Ενάντιον στην κερδοσκοπία που εντείνεται περισσότερο ακόμη και πριν από την οικονομική κρίση, πρέπει να γινει η απαλλοτριώσει τις τράπεζες χωρίς επίδομα ούτε εξαγορά, να ενοποιήθούν και να είναι υπό τον έλεγχο του πληθυσμού.

Ενάντιον τον παρασιτισμό ενός οικονομικού συστήματος όπου ένα αυξομένο μέρος από τα κέρδη απομακρύνεται από τις παραγωγικές επενδύσεις για να πάει στις οικονομικές κερδοσκοπίες, πρέπει να αποσπαστεί η απόλυτη εξουσία της μεγάλης εργοδοσίας στις επιχειρήσεις βάζοντας την καθημερινή λογιστική και τα προγράμματα των βιομηχανικών και εμπορικών έταιριών στον έλεγχο των εργαζομένων τους και του πληθυσμού.

Η σημερινή περίοδος ανοίγει μπροστά από τους επαναστάτες καλύτερες δυνατότητες για την υπερασπίση των ουσιαστικών στόχων του κόσμου της εργασίας για να αντιμετωπίσει την κρίση και τις συνέπειές της. Αλλά ακόμη πρέπει να χρησημοποιηθούν!

Την 1η Οκτωβρίου 2010 - "Lutte de Classe" - Οκτώβριος 2010