Η ρωσική επανάστατικη

Εκτύπωση
7 Νοέμβριος 2017

Τον Φεβρουάριο του 1917 οι αυθόρμητες διαδηλώσεις των εργατρίων της Πετρούπολης σηματοδότησαν την έναρξη της ρωσικής επανάστασης. Σε λίγες μέρες, οι μάζες ανέτρεψαν το τσαρικό καθεστώς, που μέχρι τότε θεωρούνταν μια ακλόνητη τυραννία. Ο πόλεμος δίπλα στις μεγάλες δυνάμεις, που είχε αυξήσει την αθλιότητα του πληθυσμού και τα κέρδη των εμπόρων των όπλων, υποδαύλισε την εξέγερση. Οι οκτώ μήνες που ακολούθησαν ήταν μήνες αντιπαράθεσης των λαϊκών μαζών με τα κόμματα της αστικής τάξης που ονειρεύονταν να περιορίσουν την επανάσταση σε μία αλλαγή κυβέρνησης. Αυτοί οι οκτώ μήνες κατά τους οποίους οι εργαζόμενοι κατανόησαν σταδιακά την ανάγκη να αναλάβουν οι ίδιοι την εξουσία και να οδηγήσουν μέχρι το τέρμα της την πρώτη προλεταριακή επανάσταση και τη μόνη μέχρι τώρα.

Στις 25 Οκτωβρίου 1917, οι εργαζόμενοι ανέτρεψαν την κυβέρνηση της μπουρζουαζίας για να ιδρύσουν το πρώτο εργατικό κράτος. Σε αντίθεση με την έντονη κατηγορία ηδη υπάρχουσα την επόμενη ημέρα της κατάληψης της εξουσίας, και που ορισμένοι σχολιαστές, δημοσιογράφοι και ιστορικοί μας σερβίρουν και σήμερα, δεν ήταν ένα πραξικόπημα των Μπολσεβίκων. Σίγουρα η κατάληψη των Χειμερινών Ανακτόρων και η πτώση της κυβέρνησης Κερένσκι πραγματοποιήθηκαν από μια ένοπλη μειονότητα, υπό την ηγεσία του Μπολσεβίκικου Κόμματος, αλλά αντανακλούσε την επιθυμία εκατομμυρίων εργαζομένων, αγροτών, ιδιαίτερα των επιστρατευμένων αγροτών, στρατιωτών που ήθελαν ειρήνη, γη και ψωμί.

Το 1932, στην Κοπεγχάγη, ο Τρότσκι απευθύνοταν σε σπουδαστές μ΄αυτά τα λόγια : «Καμία συνταγή τακτικής δεν θα μπορούσε να δώσει ζωή στην Οκτωβριανή Επανάσταση, αν η Ρωσία δεν την είχε κυοφορήσει. Το επαναστατικό κόμμα δεν μπορεί τελικά παρά να διεκδικήσει το ρόλο της μαίας που υποχρεούται να προσφύγει σε καισαρική τομή. "

Τα γεγονότα είναι γνωστά. Η ραγδαία πτώση του τσάρου έδωσε τη θέση της σε μια κατάσταση δυαδικής εξουσίας : της προσωρινής κυβέρνησης άπο τη μία και των εργαζομένων οργανωμένων σε σοβιέτ και εργοστασιακές επιτροπές άπο την άλλη. Εργαζόμενοι και στρατιώτες είχαν κάνει την επανάσταση. Αλλά οι τραπεζίτες, δικηγόροι, καθηγητές και πολιτικοί πήραν την εξουσία. Αυτοανακηρύχθηκαν οι ηγέτες της επανάστασης στο όνομα της οποίας διέταξαν τους στρατιώτες να επιστρέψουν στα χαρακώματα και τους εργάτες να επιστρέψουν στα εργοστάσια.

Στην πορεία των μηνών, η κυβέρνηση και οι διάδοχοί της απόδηξαν τόσο ότι λειτουργούσαν υπό τις διαταγές της αστικής τάξης, και των αντιδραστικών στρωμάτων της χώρας, όσο και ότι ήταν ανίκανοι να λύσουν τα προβλήματα. Η έκκληση σε μετριοπαθείς σοσιαλιστές υπουργούς, τους Μενσεβίκους και τους Σοσιαλεπαναστάτες δεν ηρέμησε την οργή του πληθυσμού εξοργισμένου από τη συνέχιση του πολέμου, την κρίση του ανεφοδιασμού και την άρνηση έγκρισης των αιτήματων των εργαζομένων. Απλώς έδειξε την πραγματική κοινωνική φύση αυτών των λεγόμενων σοσιαλιστικών κομμάτων έτοιμων για όλους τους συμβιβασμούς.

Στις αρχές Μαρτίου έγινε η πρώτη συνάντηση της Προσωρινής Εκτελεστικής Επιτροπής του Σοβιέτ της Πετρούπολης, η συνέλευση των αγωνιζομένων μαζών. Παραδόξως, η εκλεγμένη εκτελεστική του επιτροπή απαρτίζοταν κυρίως από αντιπροσώπους μενσεβίκους ή σοσιαλεπαναστάτες, τους οποίους οι εργαζόμενοι θεωρούσαν «εχθρούς του Τσάρου, του ιδιοκτήτη και του καπιταλιστή και όχι συμβιβαστές» έτοιμους να παραδώσουν την εξουσία στην προσωρινή κυβέρνηση.

Αλλά το Σοβιέτ συμπεριφέρθηκε σαν την πραγματική εξουσία και σε οκτώ μήνες οι εργαζόμενοι κατέληξαν να υιοθετήσουν το μπολσεβίκικο σύνθημα «Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ».

Στα τέλη Αυγούστου, η ήττα του πραξικοπήματος του αντιδραστικού στρατηγού Κορνίλοφ, χάρη στην κινητοποίηση του πληθυσμού, αποκάλυψε την οριστική ανικανότητα της κυβέρνησης και την πραγματικότητα της αντεπαναστατικής απειλής που κατέστη σαφής τον Οκτώβριο. Μία από τις δύο εξουσίες έπρεπε να εξαφανιστεί.

"Ο Sokhanov και ο Lopata ισχυρίστηκαν ότι μόνο ένας τρελός θα μπορούσε να μιλήσει για προλεταριακή επανάσταση σε μια χώρα τόσο καθυστερημένη όσο η Ρωσία. "

Από το απόσπασμα από έναν διάλογο μεταξύ ενός μπολσεβίκου και δύο αριστερών μενσεβίκων διανοουμένων, απεικονίζει την περιφρόνησή τους, αλλά και τον φόβο τους μπροστά σε αυτές τις «χιλιάδες ξυπόλυτους αγροίκους», όπως τους αποκαλούσαν, οι οποίοι θα έπαιζαν το ρόλο της αιχμής του δόρατος της ρωσικής επανάστασης.

Αυτοί οι προλετάριοι ήταν αγροίκοι ; Η πλειοψηφία των Ρώσων εργαζομένων ήταν ίσως περισσότερο από ένα μέρος των εργατικών τάξεων των ανεπτυγμένων χωρών. Η βία, ο αλκοολισμός, η υποταγή στην εκκλησία και στην εξουσία, οι προκαταλήψεις εναντίον των γυναικών ήταν βαθιά ριζομένες. Αλλά παράλληλα με τη δημιουργία νέων επαγγελμάτων σε βιομηχανίες σχεδιασμένες σύμφωνα με τα πιο σύγχρονα πρότυπα, αυτή η νέα εργατική τάξη είχε έρθει σε επαφή με πολιτικές και συνδικαλιστικές πρακτικές. Δεν είχε χρόνο να μολυνθεί από τον «κοινωνικό και πολιτικό συντηρητισμό» που δέσμευε μέρος του γερμανικού, αγγλικού ή γαλλικού εργατικού κινήματος.

Πάνω απ 'όλα, είχε περάσει από το σχολείο της επανάστασης του 1905, από αυτά τα σοβιέτ τα οποία επανεμφανίστηκαν μόλις έπεσε ο τσάρος.

Αυτά τα τέσσερα εκατομμύρια προλετάριοι της βιομηχανίας, των μεταλλείων και των μεταφορών ήταν ο πυρήνας προς τον οποίον στράφηκαν δεκάδες εκατομμύρια αγροτών.

Η φιλελεύθερη ρωσική αστική τάξη ήταν ανίκανη να εξαλείψει τα πολιτικά και κοινωνικά στοιχεία του τσαρικού καθεστώτος και να υλοποιήσει τα αστικά δημοκρατικά καθήκοντα, όπως έκανε η αγγλική ή η γαλλική αστική τάξη τον δεκατοέβδομο και δεκατοόγδοο αιώνα . Δεν μπορούσε ούτε να δώσει τη γη στους αγρότες ούτε δικαιώματα για τους εργαζόμενους χωρίς να απειλείται η κυριαρχία της.

Μόνο η εργατική τάξη μπορούσε να ανταποκριθεί στις προσδοκίες των φτωχών αγροτών και να αγωνιστεί μαζί τους μέχρι τέλους για ειρήνη, γη, ψωμί. Η ρωσική επανάσταση το κατέδειξε και έθεσε οριστικά τέρμα στην αντιπαράθεση μεταξύ των ρευμάτων των μενσεβίκων και των μπολσεβίκων.

Μια επανάσταση αποτελείται από εκατομμύρια γυναίκες και άνδρες που παίρνουν συλλογικά στα χέρια τους τον έλεγχο της ζωής τους. Το κάνουν με το δικό τους ρυθμό, υπό την πίεση των γεγονότων, επηρεασμένοι από διάφορα πολιτικά ρεύματα. Μάθαινουν μέσα από την πράξη.

Βούλη και εκτελεστικό σώμα των εργαζομένων, αυτά τα σοβιέτ δεν αρκέστηκαν να απαιτήσουν μέτρα από την κυβέρνηση : τα έβαλαν σε πράξη, μετατρέποντας έτσι τα σοβιετ σε έμβρυα εξουσίας.

Οι στρατιώτες άρχισαν να σχηματίζουν τα δικά τους σοβιέτ στο μέτωπο και να συμμετέχουν σε εκείνα των εργαζομένων στις πόλεις. Να πώς ο Τρότσκι περιέγραψε την πρώτη συνεδρίαση του Σοβιέτ της Πετρούπολης : Υπήρχαν στρατιώτες εντελώς αγράμματοι και ζαλισμένοι από την εξέγερση που δυσκολεύονταν να εκφραστούν. Αλλά ήταν αυτοί που έβρισκαν λέξεις που κανένας ρήτορας δεν θα έβρισκε. Ήταν μία από τις πιο συγκινητικές σκηνές μιας επανάστασης που μόλις είχε νοιώσει τη δύναμή της, την αφύπνιση των αμέτρητων μαζών, την απεραντοσύνη των καθηκόντων, την υπερηφάνεια για την επιτυχία της. "

Την 1η Μαρτίου, καταμεσής στον πολέμο, το Σοβιέτ της Πετρούπολης αποφάσισε το πρώτο μέτρο : προέβλεπε την εκλογή σε όλες τις μονάδες μιας επιτροπής εκπροσώπων μεταξύ των απλών στρατιωτών, μιας επιτροπής στην οποία θα υπακούει η μονάδα. Τα όπλα πέρασαν υπό τον έλεγχό της και όχι πια των αξιωματικών.

Το σοβιέτ ίδρυσε ομάδες για να οργανώσουν όλα όσα αφορούσαν την καθημερινή ζωή του πληθυσμού : προμήθειες, μεταφορές, προστασία γειτονιών.

΄Ηδη από το τέλος Φεβρουαρίου, εργατικές πολιτοφυλακές οργανώθηκαν στις πιο ριζοσπαστικές συνοικίες όπως το Βίμποργκ. Αργότερα, τον Μάïο, η διάσκεψη αυτών των πολιτοφυλακών υιοθέτησε την πρόταση των Μπολσεβίκων για αναδιοργάνωση "ως μεταβατικό βήμα προς τη γενική όπλιση του πληθυσμού της Πετρούπολης".

Ένας αντιπρόσωπος της Δούμας, του κοινοβουλίου του παραχωρημένου από τον τσάρο, κατέθεσε: «Το Σοβιετ κατέλαβε όλα τα ταχυδρομεία, όλους τους σταθμούς της Πετρούπολης, όλα τα τυπογραφεία, έτσι ώστε χωρίς την άδειά του να είναι αδύνατο να σταλθεί ένα τηλεγράφημα ή να φύγει κάποιος από την Πετρούπολη ή να εκτυπώσει ένα μανιφέστο. "

Τα σοβιέτ πολλαπλασιάστηκαν στις πόλεις. Οι εργοστασιακές επιτροπές επίσης.

Προσπάθησαν να επιβάλουν το οκτάωρο, έναν έλεγχο των μισθών, των πρόσληψεων, των συνθήκων εργασίας. Απαίτησαν την απόλυση των πιο μισητών διευθυντών.

Φροντίσαν για τον ανεφοδιασμό και τη διανομή με δελτίο των αγαθών, για την υγεία των εργαζομένων οργανώνοντας τον αγώνα κατά του αλκοολισμού. Ασχολήθηκαν επίσης με το πολιτιστικό τους επίπεδο. Η Επιτροπή του εργοστασίου Putilov κάλεσε τους εργαζομένους να μορφωθούν, λέγοντας : «Δεν πρέπει μόνο να φτάσουμε στο επίπεδο των τάξεων εναντία στις οποίες αγωνιζόμαστε αλλά πρέπει να τις ξεπεράσουμε (...) Τώρα που είμαστε κυρίαρχοι της ζωής μας, θα πρέπει να κατέχουμε όλα τα όπλα της γνώσης. "

Με την επιδείνωση της στρατιωτικής κατάστασης και την οικονομική κρίση που ξεκίνησε από το καλοκαίρι, ο ταξικός αγώνας βαθαίνει. Τα αφεντικά, όπως και η κυβέρνηση, που είχαν συμφωνήσει, υπό πίεση, να αφήσουν τους εργαζόμενους να λειτουργήσουν όπως ήθελαν, σκληρύναν την αντίθεσή τους κατά των επιτροπών που ήθελαν να επιβάλουν τον έλεγχό τους, ακόμα και στα λογιστικά και ήταν αντίθετοι με το lockout. Οι απεργίες πολλαπλασιάζονταν παρασύροντας και άλλους εργαζόμενους που υφίστανται ακόμα μεγαλύτερη εκμετάλλευση: εργαζόμενους σε πλυντήρια, βαφεία,οικοδομές...

Οι εργαζόμενοι που κινητοποιήθηκαν όλο και περισσότερο για να δώσουν εξουσία στα Σοβιέτ, ένιωθαν ότι το πρόβλημα του ελέγχου από τους εργαζόμενους έπρεπε να εφαρμοστεί ξεπερνώντας το επίπεδο μίας επιχείρησης.

Από την πλευρά τους, οι αγρότες οργανώθηκαν επίσης, και στο τέλος του Μαΐου, στο συνέδριο τους, ο Λένιν στηρίξε την ιδέα για «τη στενότερη ένωση των εργατών των πόλεων και των φτωχών αγροτών (των ημιπρολετάριων) [...]Αυτοί ήταν, είπε, η πλειοψηφία του πληθυσμού, ήταν τα σοβιέτ τους και όχι οι δημόσιοι υπάλληλοι, που έπρεπε να ασκήσουν εξουσία και να διοικήσουν τη χώρα. "

Επιτροπές και Σοβιέτ: σε αυτές τις ευέλικτες μορφές, όπου οι εργαζόμενοι όλο και πιο συνειτοποιημένοι συγκεντρώνονταν, συζητούσανε, αποφασίσανε, και βάζανε σε πράξη. Ήταν η πραγματική εργατική δημοκρατία σε μια πυρετώδη ατμόσφαιρα εργασίας. Όπως το θέτει ένας εργαζόμενος από το Σαράτοφ: "Έχουν περάσει πέντε μέρες από τότε που το σοβιέτ των βουλευτών οργανώθηκε εδώ. Αλλά φαίνεται σαν να έχουν περάσει πολλά χρόνια. Όλα έχουν αλλάξει. (...) Η ελευθερία του λόγου, του τύπου, της συγκέντρωσης γίνεται πραγματικότητα. Συνελεύσεις πραγματοποιούνται καθημερινά. Κτίζουμε και οικοδομούμε μια νέα ζωή, μια νέα τάξη. "

Πολλοί αγωνιστές των διαφόρων πολιτικών κομμάτων, μενσεβίκοι, σοσιαλεπαναστάτες, αναρχικοί, μπολσεβίκοι υπέβαλαν τις προτάσεις τους σε συζήτηση. Κάτω από αυτές τις συνθήκες, το μπολσεβίκικο κόμμα κέρδισε τελικά την πλειοψηφία στα Σοβιέτ και κατάφερε να πείσει ότι η κατάληψη της εξουσίας από το προλεταριάτο ήταν η μόνη λύση.

Ο Λένιν είχε πρώτα να πείσει το δικό του κόμμα. Τον Απριλή του 17, το πρόγραμμά του συγκλόνισε μέρος των στελεχών του κόμματος. Για αυτούς, το να παραληφθεί το στάδιο της αστικής δημοκρατικής επανάστασης ήταν η θέση του Τρότσκι, όχι αυτή του μπολσεβίκικου κόμματος. Αλλά ο Λένιν επικράτησε στη βάση του κόμματος.

Η δύναμη του μπολσεβίκικου κόμματος δεν ήταν μόνο το θάρρος και η σταθερότητα των αγωνιστών που είχαν σφυρηλατιθεί μέσα στη δράση και την καταπίεση. Όλοι οι σοσιαλιστές αγωνιστές, ακόμα και οι μετριοπαθείς, είχαν περάσει από τις φυλακές του τσάρου. Δεν ήταν ο φόβος της καταστολής που έκανε τα συμβιβαστικά κόμματα να διστάζουν, αλλά η δυσπιστία τους απέναντι στις δυνατότητες ενός προλεταριάτου που θεωρούσαν ακατέργαστο και αγράμματο.

Η πραγματική δύναμη του μπολσεβίκικου κόμματος ήταν οι σχέσεις του με τις εργατικές μάζες που του επέτρεπαν να καταλάβει σε ποιο βαθμό κινητοποίησης βρισκόταν, να στηρίξουν το κίνημά τους, ακόμα και όταν οι εργάτες της Πετρούπολης ρίχτηκαν σε μάχη για την εξουσία ήδη από τον Ιούλιο του 1917 χωρίς να συνειδητοποιήσουν ότι ήταν πιο μπροστά από την υπόλοιπη χώρα. Χάρη στο Κόμμα των Μπολσεβίκων οι ημέρες του Ιουλίου δεν ήταν γενική σφαγή. Η καταστολή έπληξε μερικούς από τους πιο μαχητικούς εργαζόμενους, το ίδιο το κόμμα, για ένα μικρό χρονικό διάστημα, ενώ ταυτόχρονα το δυνάμωσε με την εκτίμηση νέων εργατικών μαζών.

Η δύναμή του ήταν επίσης η επίτευξη των αγώνων και των επαναστάσεων του παρελθόντος, από την Κομμούνα του Παρισιού έως την επανάσταση του 1905. Ήταν η θεωρητική βάση που ένωνε τους αγωνιστές και τους επέτρεπε να ξαναστυλωθούν. Ήταν ο μαρξισμός, ο υλισμός, ο οποίος επέτρεψε επίσης την εμφάνιση ηγετών όπως ο Λένιν ή ο Τρότσκι, που έγινε αργά μέλος του κόμματος, αλλά ιδεολογικά ήταν διαμορφωμένος στην ίδια σχολή του επαναστατικού σοσιαλισμού της δεύτερης Διεθνούς και ο οποίος ήταν πρόεδρος του σοβιέτ της Πετρούπολης το 1905.

Σε αντίθεση με την εικόνα που έδωσε ο σταλινισμός και τα σχόλια των υπερασπιστών του καπιταλισμού, το μπολσεβίκικο κόμμα δεν ήταν καθόλου μονολιθικό. Οι αντιπαραθέσεις μπορούσαν να είναι έντονες όπως και ήταν μέχρι την παραμονή της κατάληψης της εξουσίας.

Αλλά βασίστηκε στις ίδιες πεποιθήσεις. Ότι η εργατική τάξη πρέπει να είναι η κινητήρια δύναμη της επανάστασης, ότι ως τάξη, σε αντίθεση με την μικροαστική τάξη ή την αγροτιά, δεν βλέπει την απελευθέρωσή της στην απόκτηση της ιδιωτικής ιδιοκτησίας του μικρού της καταστήματος ή του χωραφιού της. Αλλά μπορεί, στηριζόμενη από τη φτωχή αγροτιά, να οικοδομήσει μια συλλογική οικονομία πολύ ανώτερη από την καπιταλιστική οικονομία.

Οι Μπολσεβίκοι είχαν εμπιστοσύνη στη ρωσική εργατική τάξη, αλλά και στη γερμανική, τη γαλλική και τη βρετανική εργατική τάξη, για τις οποίες ο Λένιν ήταν πεπεισμένος ότι θα ξεκινήσουν την επανάσταση. Ήταν πεπεισμένοι ότι ο σοσιαλισμός δεν θα μπορούσε να οικοδομηθεί παρά μόνο σε παγκόσμια κλίμακα.

Η δυσκολία για τους αγωνιστές ήταν να κάνουν έτσι ώστε αυτή η προοπτική να συμπίπτει με την πραγματικότητα μιας επανάστασης που προέκυψε σε μία από τις λιγότερο ανεπτυγμένες οικονομικά χώρες, μια επανάσταση που κανείς δεν περίμενε, ούτε καν εκείνοι που πάλευαν γι 'αυτήν εδώ και δεκάδες χρόνια.

Ο ρόλος του μπολσεβίκικου κόμματος ήταν να εξηγεί ακούραστα, να βοηθάει τους εργαζόμενους να βγαλούν τα πολιτικά συμπεράσματα από τα γεγονότα για να τους πείσουν ότι μόνο η κατάληψη της εξουσίας θα μπορούσε να διασφαλίσει την επιβίωση της επανάστασης. Το σύνθημα "Όλη η εξουσία στα Σοβιέτ", που ήδη είχε την πλειοψηφία στα σοβιέτ της Πετρούπολης και της Μόσχας, έγινε πραγματικότητα τον Σεπτέμβριο στις επαρχίες. Το ζήτημα της εξουσίας συζητήθηκε ευρέως, στις συνελεύσεις, στους δρόμους, στις εφημερίδες και ότι η ψήφος για την πρόταση των μπολσεβίκων σήμαινε την ψηφό για την εξέγερση.

Στις 25 Οκτωβρίου 1917, η καταλήψη των Χειμερινών Ανακτόρων ήταν η λογική συνέπεια αυτής της βούλησης των μαζών.

Από την έναρξη του δεύτερου συνεδρίου των σοβιέτ, οι βουλευτές επισημοποίησαν την πτώση της παλιάς εξουσίας και την έλευση της νέας. Οι μάζες πολέμησαν για την ειρήνη, τη γη και το ψωμί. Η σοβιετική εξουσία διέταξε την ανακωχή, δημοσίευσε τις μυστικές συνθήκες, κάλεσε τους λαούς της Ευρώπης να ακολουθήσουν το παράδειγμα των ρωσών εργατών. Αποφάσισε την κατανομή της γης. Αποφάσισε το δικαίωμα των καταπιεσμένων εθνικοτήτων της ρωσικής αυτοκρατορίας να είναι ανεξάρτητες αν το επιθυμούσαν.

Η οργάνωση του ανεφοδιασμού, της παραγωγής και του ελέγχου από τους εργαζόμενους, που ήδη διεξήγαγαν τα Σοβιέτ, έγινε κρατική υπόθεση, αφού ο κρατικός μηχανισμός έπρεπε να είναι τα ίδια τα Σοβιέτ. Το συνέδριο όντος αποφάσισε ότι "η άσκηση όλων των εξουσιών στις επαρχίες μεταφέρθηκε στα Σοβιέτ των βουλευτών των εργατών, των αγροτών και των στρατιωτών".

Ήταν το κράτος που ήθελαν οι Κομουνάροι, στην κλίμακα μιας τεράστιας χώρας. Οι Μπολσεβίκοι, που είχαν κάνει τα πάντα για να υπάρξει, ήξεραν ότι το καθήκον του θα ήταν γιγάντιο, ότι η εργατική εξουσία θα έκανε λάθη, αλλά ότι τουλάχιστον ο σεβασμός στην ιδιοκτησία των πλουσίων δεν θα το παραλύσει.

Δέκα ημέρες πριν από την εξέγερση, ο Λένιν, απαντώντας στους πολιτικούς του αντιπάλους, έγραψε: « Δεν είμαστε ουτοπιστές. Γνωρίζουμε ότι ο πρώτος χειρώναξ ή η πρώτη μαγείρισσα δεν είναι επί τόπου ικανόι να συμμετάσχουν στη διοίκηση του κράτους (...) Αλλά (...) απαιτούμε την άμεση ρήξη με την προκατάληψη σύμφωνα με την οποία οι μόνοι που θα ήταν σε θέση να διαχειριστούν το κράτος (...) είναι πλούσιοι υπάλληλοι ή εκείνοι από πλούσιες οικογένειες.

Απαιτούμε την εκμάθηση της κρατικής διαχείρησης από τους συνειδητούς εργαζόμενους και τους στρατιώτες και να ξεκινήσουμε χωρίς καθυστέρηση τη συμμετοχή όλων των εργαζομένων, όλων των φτωχών πολιτών σε αυτή τη εκμάθηση (...). Το κλειδί είναι να εμπνεύσουμε στους καταπιεσμένους και στους εργαζόμενους την εμπιστοσύνη στη δική τους δύναμη. »

Ο χρόνος και η ενίσχυση μιας νικηφόρας επανάστασης σε άλλες χώρες απέτυχε. Από τις αρχές του 1918 δεκατέσσερις ξένες δυνάμεις, αν και αντίπαλες κατά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ενώθηκαν για να προσπαθήσουν να συντρίψουν τη νέα εργατική εξουσία. Στην καταστροφή που προκλήθηκε από τον ιμπεριαλιστικό πόλεμο προστέθηκαν τρία χρόνια εμφυλίου πολέμου. Οι περισσότερες από τις υλικές και ανθρώπινες δυνάμεις κινητοποιήθηκαν για να υπερασπιστούν το νεαρό εργατικό κράτος. Η κυβέρνηση των μπολσεβίκων αναγκάστηκε να πάρει εξαιρετικά μέτρα, λογοκρισία, απαγόρευση των κομμάτων, πολιτική αστυνομία.

Δεν θα ισχυριστούμε ότι οι Μπολσεβίκοι δεν έκαναν λάθη. Ο Λένιν ήταν ο πρώτος που το σκέφτηκε και το έλεγε. Αλλά όλη η πολιτική τους καθοδηγούνταν από τη βούληση να κρατηθούν και να υπερασπιστούν την επανάσταση μέχρι να ξεκινήσει σε άλλες χώρες.

Οι επαναστάσεις που τόσο πολύ ήλπιζαν σε άλλες χώρες συντρίφθηκαν κάτω από τα χτυπήματα της αντίδρασης και της σοσιαλδημοκρατίας.

Το σταλινικό κόμμα και το σταλινικό κράτος δεν έχουν καμία σχέση με το μπολσεβίκικο κόμμα και το νεαρό κράτος υπό κατασκευή που δεν επιβίωσε παρά μόνο επειδή υποστηρίχθηκε από εκατομμύρια γυναίκες και άνδρες. Και όλοι όσοι επιδιώκουν την προλεταριακή επανάσταση ελπίζουν ότι στην επόμενη επαναστατική συγκυρία θα υπάρξει ένα κόμμα ισάξιο του.

Μετά από εκατό χρόνια, αυτή η όρμη, αυτή η επιθυμία να μην αφήσουμε τίποτα να μας σταματήσει και να εργαστούμε συλλογικά για να αλλάξουμε τον κόσμο μπορεί να φανεί σε πολλούς εντελώς ουτοπικό.

Ωστόσο, αυτός ο καπιταλιστικός κόσμος σε κρίση είναι ανίκανος να λύσει τα προβλήματά του και θα έπρεπε να έχει εξαφανιστεί εδώ και καιρό. Σε εκατοντάδες χώρες του Τρίτου Κόσμου, η αθλιότητα και η καταπίεση που επιβάλλει ο ιμπεριαλισμός στις φτωχές χώρες είναι ισάξια της καταπίεσης της τσαρικής αυτοκρατορίας. Μας μιλάνε για ειρήνη. Αλλά πολλές εστίες πολέμου στον κόσμο ωθούν εκατοντάδες χιλιάδες γυναικών και ανδρών να καταφύγουν σε πλούσιες χώρες που ορθώνουν τοίχους και συρματοπλέγματα για να τους απωθήσουν.

Ακόμη και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες, όπως στην Ευρώπη, η δικτατορία των εργοδοτών λυμαίνεται χωρίς οι λίγες συλλογικές αντιδράσεις να οδηγούν σε ένα πραγματικό βαθύ κίνημα.

Η συνείδηση της τάξης δεν είναι έμφυτη, ούτε και η μαχητικότητα. Οι καταπιεσμένοι υπομένουν συχνότερα από ότι επαναστατούν. Αυτοί λένε στον εαυτό τους ότι ο αγώνας είναι άνισος, ότι είναι ανίκανοι να αλλάξουν τα πράγματα. Όλη η κοινωνία ενισχύει αυτόν τον τρόπο σκεψής τους.

Αλλά όταν σηκώσουν τα κεφάλια τους, αποκαλύπτουν μια ενέργεια και ένα πνεύμα πρωτοβουλίας, κάτι που και οι ίδιοι δεν θα φανταζόντουσαν. Μαθαίνουν και γρήγορα. Η κοινωνία δεν είναι πλέον η μοίρα που μας συνθλίβει, γίνεται πραγματικότητα την οποία μπορούμε να ελέγξουμε. Και σε αυτή τη στιγμή είναι ζωτικής σημασίας η ύπαρξη μιας επαναστατικής ηγεσίας.

Την παραμονή της γυναικείας διαδήλωσης στην Πετρούπολη, που προκάλεσε την πτώση του τσάρου, ο Λένιν είπε ότι εργάζεται για τις μελλοντικές γενιές και για μια επανάσταση που πιθανότατα δεν θα δει ο ίδιος. Αλλά αυτός και οι άλλοι είχαν χτίσει ένα κόμμα που ήταν παρόν την καθοριστική στιγμή.

Είναι ένα τέτοιο κόμμα που πρέπει να οικοδομηθεί.

Το να είσαι επαναστάτης δεν σημαίνει να περιμένεις τη μεγάλη στιγμή. Το να είσαι επαναστάτης κομμουνιστής είναι να είσαι καθημερινός αγωνιστής στην εργατική τάξη, είναι να παρεμβαίνεις στους αγώνες από τους πιο μικρούς στους πιο μεγάλους για να ανακαλύψουν οι εργαζόμενοι τις συλλογικές τους ικανότητες.

Αλλά είναι επίσης να υπερασπιζόμαστε ιδέες και προοπτικές όταν δεν συμβαίνει τίποτα.

Ζούμε σε μια περίοδο υποχώρησης όπου οι επαναστάτες αγωνιστές, μικρά μειοψηφία, δυσκολεύονται να ακουστούν. Δεν γνωρίζουμε πού ή πότε θα συμβεί μια επανάσταση ή ακόμα και ένα πλατύ κοινωνικό κίνημα. Αλλά θα υπάρξουν. Η καθημερινή καταπίεση, η εκμετάλλευση δημιουργούν αποθέματα οργής και εξέγερσης.

Δεν είναι στο χέρι μας, ούτε στο χέρι κανενός, να τις φέρουμε στην επιφάνεια. Αλλά είναι στο χέρι μας να βοηθήσουμε στην οικοδόμηση ενός επαναστατικού κομμουνιστικού κόμματος για εκείνες τις στιγμές που όλα γίνονται δυνατά.